Την άμεση ανάγκη ενός «σχεδίου Β» για την Ευρωζώνη, που περιλαμβάνει αναδιάρθρωση χρέους για την Ελλάδα και μέτρα ενίσχυσης των τραπεζών, καθώς «το σχέδιο Α απέτυχε», υπογραμμίζει ο Αμερικανός καθηγητής μακροοικονομίας και ιστορίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο πανεπιστήμιο του Berkeley Barry Eichengreen. Παράλληλα, πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα «βλέπουν» οι Financial Τimes με σημερινό δημοσίευμά τους.

Ads

Ο καθηγητής, που έχει εξετάσει το ζήτημα της πιθανότητας κατάρρευσης του ευρώ, εκτιμά πως η έξοδος μιας χώρας από την Ευρωζώνη είναι τεχνικά εφικτή, αλλά πολιτικά απίθανη, προσθέτοντας ωστόσο πως οι Ευρωπαίοι πρέπει να σταματήσουν να προσπαθούν να καταπολεμήσουν την κρίση στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία, αναγκάζοντας αυτές τις χώρες με υπερτιμημένα δάνεια να σωρεύουν νέα χρέη πάνω στα παλιά. Το Σάββατο πάντως, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τόνισε σχετικά με το ενδεχόμενο επιστροφής της Ελλάδας στη δραχμή πως «δεν είναι ταμπού, αλλά είναι λάθος».

Σε συνέντευξή του στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, ο Barry Eichengreen τονίζει πως η εκτίμησή του ότι «η έξοδος μιας χώρας της Ευρωζώνης από την ΟΝΕ είναι μεν τεχνικά εφικτή, πολιτικά όμως τόσο απίθανη όσο η πρόσκρουση ενός μετεωρίτη στο Eurotower της Φραγκφούρτης», επισημαίνει πως «συνεχίζει να ισχύει, αλλά με έναν σημαντικό περιορισμό: Στη σύνοδο κορυφής τους το Μάρτιο, οι Ευρωπαίοι δεν πρέπει πλέον να κλείσουν τα μάτια τους σε δυσάρεστες αλήθειες. Το σχέδιο Α απέτυχε, οι Ευρωπαίοι πρέπει να περάσουν στο σχέδιο Β. Θα πρέπει να σταματήσουν να προσπαθούν να καταπολεμήσουν την κρίση στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία, αναγκάζοντας αυτές τις χώρες με υπερτιμημένα δάνεια να σωρεύουν νέα χρέη πάνω στα παλιά».

Σχολιάζοντας τη «σκληρή πολιτική λιτότητας που η Ε.Ε. αναγκάζει την Ελλάδα και την Ιρλανδία να ασκούν», τονίζει πως οι μέχρι τώρα παρεμβάσεις διάσωσης δεν είχαν νόημα καμιά στιγμή. Κατά βάση, όσον αφορά αυτά τα μέτρα, οι Γερμανοί και οι Γάλλοι ενδιαφέρονται να προστατεύσουν από απώλειες τις τράπεζές τους. Τώρα συνειδητοποιούν ότι χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας – δηλαδή συμμετοχή και των τραπεζών – δεν μπορεί να γίνει κάτι. Για να καταστεί αυτό δυνατόν, υπάρχει μόνο μία λύση: Ενισχύστε τις ευρωπαϊκές τράπεζες! Η Ελλάδα ζούσε πέρα από τις δυνατότητές της, στην Ιρλανδία και στην Ισπανία είναι οι τράπεζες το πρόβλημα. Η κρίση του ευρώ είναι κυρίως κρίση των τραπεζών.

Ads

Σύμφωνα με τον κ. Eichengreen, «οι ευρωπαϊκές τράπεζες απειλούνται περισσότερο απ’ όσο θέλει να καταλάβει ο κόσμος. Ο καθένας στο μεταξύ έχει αντιληφθεί ότι τα τεστ αντοχής των τραπεζών πέρσι δεν είπαν πολλά πράγματα. Αυτή η εκδήλωση με χαρακτήρα άλλοθι στερείται ρεαλιστικών σεναρίων: Οι κίνδυνοι για τη ρευστότητα των τραπεζών δεν ελήφθησαν καθόλου υπόψη. Αυτή τη φορά οι εποπτικές Αρχές δεν θα το ξεπεράσουν έτσι αυτό. Θα με καθησύχαζε περισσότερο όμως να είχε την ευθύνη για τα τεστ αντοχής η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι εθνικές εποπτικές Αρχές υποκύπτουν συχνά στις πιέσεις όσων πρέπει στην πραγματικότητα να επιτηρούν». Ο ίδιος εκτιμά ακόμη πως το κόστος επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών της Γερμανίας και της Γαλλίας θα ήταν χονδρικά γύρω στο 3% του γερμανο-γαλλικού ΑΕΠ.

«Δεν υπάρχουν φτηνές λύσεις», τονίζει και προσθέτει: Εκείνο που φοβάμαι περισσότερο, είναι ότι οι Ευρωπαίοι θα επιλέξουν πάλι μια μεσοβέζικη λύση, δηλαδή π.χ. να διαμορφώσουν πιο ανεκτά τα επιτόκια και το χρόνο αποπληρωμής της βοήθειας για την Ελλάδα και την Ιρλανδία. Κάτι τέτοιο θα ήταν σωστό, αλλά όχι και επαρκές για τη διάσωση του ευρώ. Η συνέπεια θα ήταν και άλλοι χαμένοι μήνες για την Ευρώπη.

Σχετικά με την εντονότερη συνεργασία στο μέλλον για την οικονομική πολιτική, που αναμένεται να αποφασίσει η Ε.Ε., ο καθηγητής σημειώνει ότι «Οι οικονομικές συνθήκες στα διάφορα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης ποτέ δεν θα είναι ίδιες, αλλά παρ’ όλα αυτά οι στενότερες συνεννοήσεις έχουν νόημα. Σε ένα χρόνο η γερμανική οικονομία θα έχει εκρηκτική ανάπτυξη, ενώ η Ισπανία μόλις που θα έχει θετική ανάπτυξη. Λίγα χρόνια αργότερα μπορεί να ισχύει το ακριβώς αντίστροφο.

Τα μέλη της Ευρωζώνης δεν έχουν πλέον ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, για να αντιδράσουν σ’ αυτή την κατάσταση. Γι’ αυτό θα πρέπει να προσαρμόσουν τη δημοσιονομική πολιτική τους. Αυτό πάλι έχει επιπτώσεις στην οικονομική κατάσταση άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Αν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία π.χ. ακολουθούν ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας, χώρες σαν τη Γερμανία θα πρέπει στην πραγματικότητα να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα, για να αποτρέψουν το να περιπέσει η Ευρωζώνη σε ύφεση. Το Eurogroup θα πρέπει να προσπαθήσει να πετύχει ενός είδους συντονισμό των κυρίαρχων κρατών».

Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αναγνωρίζει το ενδεχόμενο εξόδου, έστω και πρόσκαιρα, μεμονωμένων, χωρών με οικονομικά προβλήματα από το ευρώ «ως την αρχή του τέλους για το κοινό νόμισμα». Σχετικά με την Ελλάδα και το ενδεχόμενο επιστροφής στη δραχμή εκτιμά ότι «Δεν είναι ταμπού. Αλλά το θεωρώ λάθος».

Το ζήτημα της Ελλάδας πάντως απασχολεί σημαντικά το διεθνή Τύπο, με την Süddeutsche Zeitung να γράφει πως η Ευρώπη πρέπει να ζητήσει ανοιχτά τη μείωση του ελληνικού χρέους. «Η Ε.Ε. σιωπά όσον αφορά την Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι το σχέδιο διάσωσης μπορεί να αποτύχει», τονίζει. Και η εφημερίδα WELT σημειώνει πως η επιστροφή στη δραχμή δεν έχει κανένα νόημα.

Πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα βλέπουν οι FT

Σε πρόωρες εκλογές πριν από την λήξη της θητείας του θα προχωρήσει ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, εκτιμούν οι Financial Τimes. Το δημοσίευμα αναφέρει πως το κλίμα στην Ελλάδα κινείται περισσότερο προς την ανησυχία και το φόβο για το μέλλον παρά προς το θυμό για τα μέτρα λιτότητας.

Σε άλλη στήλη της εφημερίδας γίνεται λόγος ότι η προσπάθεια της Ελλάδας μοιάζει με το μαρτύριο του Σίσυφου, όσο περισσότερο μειώνει η κυβέρνηση της δαπάνες για να ανταποκριθεί στους στόχους τόσο αυτοί απομακρύνονται. Στο άρθρο γίνεται παράλληλα λόγος στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, θέτοντας το ερώτημα εάν οι επενδυτές θα θελήσουν να τοποθετηθούν σε μια χώρα με τα προβλήματα της Ελλάδας.

Ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, πάντως, με χθεσινή συνέντευξή του υποστήριξε πως «εκλογές δεν θα γίνουν πριν ολοκληρωθεί η εντολή τετραετίας» ενώ σε ότι αφορά το ενδεχόμενο ανασχηματισμού σημειώνει ότι είναι απόφαση του πρωθυπουργού. Ο δε υπουργός Εσωτερικών, Γ. Ραγκούσης, δήλωσε πως «Αν µπορούσαµε µε τις πρόωρες εκλογές να µειώσουµε το χρέος, να κάναµε όχι µία, αλλά πέντε φορές εκλογές».

Παπακωνσταντίνου: Θα υπάρξει συμφωνία στις 25/3

Στη Σύνοδο Κορυφής της 25ης Μαρτίου θα υπάρξει συμφωνία σημειώνει σε συνέντευξή του ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, συμπληρώνοντας πως δεν θα είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν ανώδυνα νέες καθυστερήσεις και αναβολές στην ευρωζώνη ενώ υπενθυμίζει ότι «η επέκταση του χρόνου αποπληρωμής του ελληνικού δανείου έχει αποφασιστεί πολιτικά σε υψηλό επίπεδο και άρα θεωρείται δεδομένη ως μέρος της συνολικής λύσης που θα αποτυπωθεί μαζί με όλες τις λεπτομέρειες του ευρωπαϊκού μηχανισμού».

Πολιτικός δυναμίτης η Ελλάδα

«Οι Έλληνες θα αντιμετωπίσουν τεράστια προβλήματα στην προσπάθεια να πετύχουν τους στόχους εξυγίανσης που έχουν θέσει. Υπάρχει περίπτωση το 2013 το χρέος της χώρας να ξεπεράσει το 160% του ΑΕΠ», δήλωσε ο οικονομολόγος Λαρς Φελντ, οικονομικός σύμβουλος και μέλος της «επιτροπής σοφών» της γερμανικής κυβέρνησης.

«Δεν έχω καλό προαίσθημα εν όψει της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. στις 24 Μαρτίου. Όλα «πακετάρονται» μαζί: ο μηχανισμός διάσωσης, το Σύμφωνο Σταθερότητας, το Σύμφωνο ανταγωνιστικότητας της κας Μέρκελ και του κ. Σαρκοζί. Υπάρχει ο κίνδυνος ενός πολιτικού παζαρέματος», λέει ο κ. Φελντ σε συνέντευξή του στο οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche.

Όπως σημειώνει «η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει ταυτοχρόνως να κάνει οικονομία και να μειώσει τις κοινωνικές δαπάνες. Η Ελλάδα είναι ένας πολιτικός δυναμίτης. Αν θέλει να αποφύγει τη μεγάλη έκρηξη, δεν υπάρχει άλλος δρόμος πλην της αναδιάρθρωσης», λέει ο Γερμανός οικονομολόγος εκτιμώντας ότι «η επιμήκυνση της αποπληρωμής των δανείων δεν επαρκεί». Για το «Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας» ο κ. Φελντ διαβλέπει τον κίνδυνο να εμπλακεί η γερμανική κυβέρνηση περισσότερο απ’ όσο πρέπει με την γαλλική ιδέα περί ευρωπαϊκής διακυβέρνησης.

«Στο σημείο αυτό θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Ο περισσότερος συντονισμός σημαίνει συχνά λιγότερο ανταγωνισμό. Στην καλύτερη περίπτωση τα κράτη με τη μικρότερη ανταγωνιστικότητα προσπαθούν να πλησιάσουν αυτά με τη μεγαλύτερη, Όμως, στη χειρότερη περίπτωση συμβαίνει το αντίστροφο και τα κράτη με τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα δέχονται πιέσεις ώστε να υποχωρήσουν προς το μέσο όρο», λέει ο κ. Φελντ.