Αφού έζησε εξόριστος στη Γερμανία για 19 χρόνια, ο τουρκογερμανός συγγραφέας Dogan Akhanli πέταξε στην Κωνσταντινούπολη για να επισκεφθεί τον ετοιμοθάνατο πατέρα του. Συνελήφθη στο αεροδρόμιο. Το τουρκικό κράτος έχει διαφορές με το συγγραφέα, ο οποίος κατηγορείται για συμμετοχή σε ληστεία και φόνο. Οι υποστηρικτές του Akhanli υποστηρίζουν ότι η δίκη έχει πολιτικά κίνητρα και πρόκειται περί «δικαστικής ντροπής».

Ads

Ο Akhanli βρίσκεται στη φυλακή Tekirdag, μια από τις πιο σύγχρονες και καλά φυλασσόμενες φυλακές στη χώρα όπου υπάρχουν και πολύ κρατούμενοι μέλη του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος. Πρόκειται για μια φυλακή, όπου σύμφωνα με τη φήμη της, φυλακίζονται οι εχθροί του κράτους.

Οι εισαγγελείς θεωρούν τον άνθρωπο που σήμερα καταλαμβάνει το κελί ΑΙΤ 77 στο κτίριο Α, έναν επικίνδυνο εγκληματία. Ισχυρίζονται ότι ο 53χρονος Dogan Akhanli επιχείρησε να υπονομεύσει βίαια τη συνταγματική τάξη και επιπλέον είναι υπεύθυνος για δολοφονία και απόπειρα ληστείας. Αν η άποψη των εισαγγελέων επικρατήσει στο δικαστήριο ο τουρκογερμανός συγγραφέας είναι πιθανό να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη.

Τα αποδεικτικά στοιχεία εις βάρος του Akhanli θεωρούνται από πολλούς αμφιλεγόμενα και τα κίνητρα της σύλληψής του εμφανώς πολιτικά. Γερμανοί φίλοι του συγγραφέα, συμπεριλαμβανομένου του βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα Günter Grass, του γνωστού δημοσιογράφου Günter Wallraff και της πολιτικού του γερμανικού Πράσινου Κόμματος, Claudia Roth, υποστηρίζουν ότι η υπόθεση έχει ως κίνητρο την «εκδίκηση εκ μέρους ορισμένων τουρκικών νομικών κύκλων».

Ads

Γυρίζοντας στην Τουρκία ο Akhanli είχε επίγνωση του ρίσκου που έπαιρνε, γνωρίζοντας ότι θεωρείται προδότης στη χώρα του. Συνελήφθη αμέσως μόλις κατέβηκε από το αεροπλάνο. «Το περίμενα» υποστηρίζει ο ίδιος. «Αλλά επίσης περίμενα να αφεθώ ελεύθερος μετά από σύντομο χρονικό διάστημα κι όχι να αντιμετωπίζει την πιθανότητα ισόβιας κάθειρξης. Νόμιζα ότι η χώρα μου είναι πιο ελεύθερη και δημοκρατική σήμερα».

Η ιστορία του Akhanli ξεκινά στην ταραγμένη δεκαετία του 1980. Ως αριστερός πολιτικός ακτιβιστής, έγινε μέλος του παράνομου στη χώρα, Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κόμματος της Τουρκίας μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980 και υπήρξε αγωνιστής κατά της χούντας. Συνελήφθη το 1985 και καταδικάστηκε για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, ενώ είχε βασανιστεί στη διαβόητη στρατιωτική φυλακή της Κωνσταντινούπολης. Αποφυλακίστηκε μετά από τρία χρόνια αλλά έμεινε υπό επιτήρηση ως δυνητικός εχθρός του κράτους. Το 1991 κατέφυγε με την οικογένειά του στη Γερμανία, όπου του χορηγήθηκε πολιτικό άσυλο. Εκεί έγραψε την τριλογία «Kayip Denizler» («Η εξαφάνιση της Θάλασσας») στην οποία ρίχνει μια αιχμηρή ματιά στην ιστορία της χώρας του, ενώ ασχολείται διεξοδικά με το ζήτημα γιατί η βία, τα βασανιστήρια και ο δεσποτισμός αποτελούν πραγματικότητα στη σημερινή Τουρκία. Στον τρίτο τόμο της τριλογίας ο Akhanli περιγράφει αναφέρεται στη γενοκτονία των Αρμενίων. Με αυτό τον τρόπο, σπάει τα τουρκικά ταμπού.

Αναφορικά με τη ληστεία και τη δολοφονία για την οποία κατηγορείται ο Akhanli, αυτή διαπράχθηκε σε ένα γραφείο ανταλλαγής συναλλάγματος στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο του 1989. Ένας άνθρωπος σκοτώθηκε στο συμβάν, αλλά οι δράστες δεν πιάστηκαν ποτέ. Η υπόθεση έκλεισε μετά από μόλις τρεις εβδομάδες. Ξανάνοιξε τρία χρόνια αργότερα. Αν και η ληστεία δεν είχε στο παρελθόν αντιμετωπιστεί ως πολιτικά υποκινούμενο έγκλημα, τώρα ενεπλάκη η τουρκική αντιτρομοκρατική υπηρεσία. Κλήθηκαν δυο μάρτυρες κατηγορίας. Ένας από αυτούς, ο αριστερός ακτιβιστής Hamza Kopal, κατέθεσε ότι αυτός και ο Akhanli είχαν σχεδιάσει και διαπράξει το έγκλημα από κοινού.

Αργότερα, ο Kopal υποστήριξε ότι έδωσε το όνομα του Akhanli γιατί γνώριζε ότι ήταν ασφαλής κατά την εξορία του στη Γερμανία. Λίγους μήνες αργότερα απέσυρε την ομολογία του, υποστηρίζοντας ότι είχε γίνει μετά από βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλε η αστυνομία. Ο Kopal και ένας δεύτερος μάρτυρας αθωώθηκαν από όλες τις κατηγορίες το 1994, ωστόσο ο Akhanli παρέμεινε ύποπτος. Η αντιτρομοκρατική ισχυρίζεται ότι ο Akhanli διέπραξε τη ληστεία ως ηγετικό μέλος συγκεκριμένης τρομοκρατικής οργάνωσης και ότι τα χρήματα θα χρησιμοποιούνταν για μια επαναστατική ανατροπή της κυβέρνησης. Αγνόησαν παντελώς ότι η εν λόγω οργάνωση, σύμφωνα με το τουρκικό υπουργείο Εσωτερικών ιδρύθηκε το 1991, δηλαδή δυο χρόνια μετά την ένοπλη ληστεία. Επιπλέον οι δυο γιοι του θύματος που ήταν στο γραφείο συναλλάγματος κατά τη διάρκεια της ληστείας δήλωσαν ότι ο Akhanli δεν ήταν σίγουρα ένας από τους δράστες και τόνισαν ότι ελπίζουν οι αρχές να βρουν τους πραγματικούς δολοφόνους του πατέρα τους.

Σύμφωνα με το δικηγόρο τους συγγραφέα η έκθεση της κατηγορούσας αρχής περιλαμβάνει μόνο ένα αποδεικτικό στοιχείο εις βάρος του πελάτη του. Τη δήλωση του Kopal, η οποία φέρεται να έχει αποσπαστεί με βασανιστήρια. «Πρόκειται για μια επίδειξη δύναμης από ρεβανσιστικούς κύκλους της Τουρκίας» επισημαίνει σχετικά με την υπόθεση.

Εν τω μεταξύ οι εισαγγελείς αρνούνται να αναγνωρίσουν την απόσυρση των ομολογιών των μαρτύρων. «Οι ηγέτες του πραξικοπήματος και οι υποστηρικτές τους θέλουν να αποδείξουν ότι έχουν ακόμη τον έλεγχο των δικαστηρίων και μπορούν να καταδικάζουν τους ανθρώπους κατά βούληση» τονίζει ο Halil Ibrahim Özcan, μέλος του τουρκικού τμήματος της παγκόσμιας ένωσης των συγγραφέων.

Στις 27 Νοεμβρίου, ο Akhanli έμαθε την είδηση για το θάνατο του πατέρα του, τον οποίο ήθελε να επισκεφτεί όταν εισήλθε τη χώρα και συνελήφθη από τις τουρκικές αρχές. Δεν ήταν σε θέση να παραστεί στην κηδεία. Η αίτησή του για προσωρινή αποφυλάκιση απορρίφθηκε.