Για «διγλωσσία» και «επαμφοτερίζουσα στάση» του ΔΝΤ σε ό,τι αφορά το θέμα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, που όμως «δεν προκαλεί έκπληξη», κάνει λόγο η εφημερίδα του Βελγίου De Tijd, σε δημοσίευμά της με τίτλο: «Το ΔΝΤ παίζει σε δύο ταμπλό με την Ελλάδα».

Ads

Στην ανάλυση του Daan Ballegeer σημειώνεται πως το ελληνικό δημόσιο χρέος κινείται σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη, που δεν αρκεί ούτε η βοήθεια του μηχανισμού στήριξης, ούτε η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους και η μείωση των επιτοκίων για να αναστραφεί η κατάσταση. 


«Ενώ παρασκηνιακά το ΔΝΤ αφήνει να διαρρεύσει ότι τάσσεται υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, επίσημα διαψεύδει κατηγορηματικά ότι έχει μεταβάλει άποψη και εμμένει στο ότι δεν χρειάζεται να γίνει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους», γράφει το δημοσίευμα και παραπέμπει σε σχετικό δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Spiegel, σύμφωνα με το οποίο «είναι φανερό ότι το ΔΝΤ δεν πιστεύει πλέον ότι η οικονομία της χώρας θα μπορέσει να εξυγιανθεί με τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι τώρα».

Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, συνεχίζει το γερμανικό περιοδικό, το ΔΝΤ φέρεται να προτείνει μέτρα όπως το λεγόμενο «κούρεμα» του χρέους, η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής ή η μείωση του επιτοκίου. Κατά το ΔΝΤ, οι τρεις αυτές εναλλακτικές θα μπορούσαν να επιτευχθούν με τους κατόχους ελληνικών χρεογράφων να δεχθούν μείωση των κερδών τους, ενώ η ελληνική κυβέρνηση παροτρύνεται να ξεκινήσει συνομιλίες με τους πιστωτές της και να τους ανακοινώσει τη σχεδιαζόμενη αναδιάρθρωση. 


Ads

Ωστόσο, το ΔΝΤ διέψευσε το άρθρο του Spiegel και διαβεβαίωσε ότι υποστηρίζει τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης όσον αφορά τη μη αναδιάρθρωση χρέους και την αποφασιστικότητά της να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, σημειώνει ο Ballegeer, που θεωρεί επίσης περίεργο ότι τόσο το ΔΝΤ όσο και η ΕΚΤ αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απορρίπτουν κατηγορηματικά το ενδεχόμενο μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.

«Οποιαδήποτε νύξη προς την κατεύθυνση μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού θα μπορούσε “να σπείρει πανικό στις αγορές”, ενώ πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες διαθέτουν στο χαρτοφυλάκιό τους ελληνικά ομόλογα σε σημείο ώστε να θεωρείται ότι τυχόν χρεοκοπία της Ελλάδας «συνιστά συστημικό κίνδυνο για την ευρωζώνη». Κατά τον συντάκτη, αποφεύγοντας όσο περισσότερο γίνεται τις συζητήσεις για μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, οι χώρες που χρηματοδοτούν τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης, “επιχειρούν να κερδίσουν χρόνο” ώστε να παρέλθει ο κίνδυνος μιας επέκτασης της κρίσης χρέους στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, η οποία θα μπορούσε να είχε “απρόβλεπτα αποτελέσματα”».

Ιδίως ο χρηματοπιστωτικός τομέας μπορεί να χρησιμοποιήσει τον χρόνο αυτό κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μειώσει το κόστος και να περιορίσει τις απώλειες από μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση, καθώς, όταν συντελεστεί η τελευταία, ένα σημαντικό τμήμα ομολόγων θα έχει πλέον περιέλθει στην κατοχή των «επίσημων» αρχών των χωρών που χρηματοδοτούν τον μηχανισμό στήριξης, συμπληρώνει. Σε ό,τι αφορά τη μορφή που μπορεί να λάβει τελικά η προεξοφλούμενη αναδιάρθρωση, ο συντάκτης διαβλέπει πιθανή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους, περαιτέρω μείωση των επιτοκίων ή και «κούρεμα», δηλ. μείωση του οφειλόμενου ποσού.

Πιο έξυπνη λύση θεωρεί πάντως την δυνατότητα επαναγοράς του ελληνικού χρέους από την ίδια την Ελλάδα με βάση τις τρέχουσες τιμές αγοράς. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, με μια τέτοια λύση η Αθήνα θα απέφευγε τις επίπονες διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές ώστε να εξασφαλίσει την συναίνεσή τους για την αναδιάρθρωση, ενώ και το ΔΝΤ δεν θα αντιμετώπιζε τον κίνδυνο να χάσει μέρος των 30 δις ευρώ που έχει χορηγήσει στην Ελλάδα υπό την μορφή δανείου.