Θα συνεχίσει η κυβέρνηση τους αδιέξοδους πειραματισμούς, ή επιτέλους θα ασχοληθεί με την αναγέννηση της πραγματικής οικονομίας;

Ads

Toυ Γιάννη Τσιρώνη
Εκπρόσωπος Τύπου των Οικολόγων Πράσινων

Ένα χρόνο μετά το μνημόνιο και λίγες εβδομάδες μετά την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου, ο κ. Βενιζέλος δήλωσε, ότι η «επιλεκτική χρεοκοπία» δεν πρέπει να μας φοβίζει.

Η δήλωση αυτή προκαλεί μία κρίσιμη απορία: Έχει τελικά η κυβέρνηση ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση ή απλά προσπαθεί με αυτοσχεδιασμούς να αποφύγει τα χειρότερα;

Ads

Αν συνοψίσουμε τις μέχρι σήμερα επιλογές της:

Αρχικά με το μνημόνιο επέλεξε την γνωστή συνταγή του ΔΝΤ: Περιορισμό του κράτους , περικοπή μισθών και κοινωνικών δαπανών, με υποτιθέμενο στόχο τη μείωση του ελλείμματος. Ας μην αναφερθούμε στις συνέπειες των «θεραπειών» του ΔΝΤ, που σε άλλες χώρες έχουν οδηγήσει χιλιάδες ανθρώπους σε κοινωνικό αποκλεισμό ή ακόμα και σε χρόνιο υποσιτισμό. Απλά ας επισημάνουμε δύο ελληνικές ιδιαιτερότητες:
Πρώτον, ανεξάρτητα από τα δημοσιονομικά προβλήματα, η Ελλάδα έχει μία πραγματική οικονομία που απειλείται με κατάρρευση,. Πουθενά η συνταγή του ΔΝΤ δεν έλαβε υπ’ όψιν την ερήμωση της αγροτικής γης ή την εξαφάνιση παραδοσιακών επαγγελμάτων. Για τις παθογένειες, που οδήγησαν σε διάλυση την βιομηχανική παραγωγή, δεν λέει λέξη το μνημόνιο.

Δεύτερον το δημοσιονομικό έλλειμμα οφείλεται κυρίως σε δραματική υστέρηση των εσόδων, και όχι σε μεγάλες δαπάνες. Ορθά μνημονεύονται οι απαράδεκτες σπατάλες. Όμως οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι σημαντικά μικρότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να πληρώνουν από το υστέρημα τους, για παιδεία, υγεία, μεταφορές ή ασφάλιση ποσά αδιανόητα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

Ήταν λοιπόν αναμενόμενο, ότι τα γιατρικά του ΔΝΤ θα αποτύγχαναν και χρειάστηκε να ακολουθήσουν το μεσοπρόθεσμο και ο εφαρμοστικός νόμος. Ομολογείται πια επίσημα, ότι η ελληνική οικονομία δεν είναι δυνατόν να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, χωρίς να εκποιήσει σημαντικά τμήματα της δημόσιας περιουσίας.

Και ο πιο καλοπροαίρετος παρατηρητής οφείλει να αναρωτηθεί:

Πρώτον: Αν αυτή η εκποίηση ήταν αναγκαία, γιατί αποφασίστηκε 1 χρόνο μετά το μνημόνιο; Δεν είναι προφανές, ότι όσο πιο πιεστικά εκποιεί κάποιος περιουσιακά στοιχεία, τόσο χειρότερους όρους εξασφαλίζει;

Δεύτερον και σπουδαιότερο: Ούτε ένα ευρώ από την αισιόδοξη πρόβλεψη των 50 δις δεν οδηγείται στην αναθέρμανση της οικονομίας. Η δραματική αυτή εκποίηση, θα μας εξασφαλίσει περίπου 20 μήνες ρευστότητας. Τι θα συμβεί αργότερα; Για άλλη μία φορά για την ανάκαμψη της οικονομίας ακούμε ευχολόγια.

Τέλος την τελευταία εβδομάδα, ακούσαμε για επιλεκτική χρεοκοπία και εμπράγματες εγγυήσεις. Ακόμα και τα νήπια θα αναρωτηθούν: Ποια περιουσιακά στοιχεία θα αποτελέσουν τις εμπράγματες εγγυήσεις, εάν έχουμε εκποιήσει ό,τι ήταν δυνατόν να εκποιηθεί;

Δυστυχώς οι σπασμωδικές κινήσεις δεν έχουν τελειωμό: Νομιμοποιούνται τα αυθαίρετα. Έτσι χάνονται δισεκατομμύρια από τα πρόστιμα και επιβραβεύεται η πολεοδομική αναρχία. Λίγους μήνες μετά τη προηγούμενη περαίωση, που δηλώθηκε ως …«η τελευταία», εξαγγέλλεται ξανά περαίωση! Χαρατσώνονται οι νομοταγείς και δικαιώνονται οι φοροφυγάδες.

Εξαντλώντας όλη την καλή προαίρεση, αδυνατούμε να δούμε πίσω από τις παραπάνω επιλογές οποιαδήποτε συνέπεια και στρατηγική. Κυβερνητικά στελέχη ισχυρίζονται, ότι οι παραπάνω επιλογές είναι μονόδρομος.

Ας μην επικαλεστώ επιχειρήματα, ότι μία διαφορετική πράσινη οικονομία είναι ρεαλιστική, εφικτή και στηριγμένη στο ανθρώπινο δυναμικό, και όχι σε κεφάλαια, που δεν διαθέτουμε. Οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί διαψεύδονται από την ίδια την πραγματικότητα:

Στις 25/3/10 το Ευρωκοινοβούλιο είχε υιοθετήσει σχεδόν ομόφωνα την έκθεση του πράσινου ευρωβουλευτή Sven Giegold. Η έκθεση προέβλεπε την έκδοση ευρωομολόγου, αλλά αποσιωπήθηκε συστηματικά για να εμφανιστεί το μνημόνιο ως μοναδική επιλογή. Είχε λοιπόν η κυβέρνηση μία εξαιρετική εναλλακτική, με την ευρύτατη αποδοχή του ευρωκοινοβουλίου, αλλά επέλεξε το μνημόνιο.

Ένα δεύτερο εργαλείο, που η κυβέρνηση άφησε αναξιοποίητο, είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Κανείς δεν ισχυρίζεται, ότι η ΕΤΕπ, θα έριχνε χρήματα στην μαύρη τρύπα του δημόσιου ελλείμματος. Μπορούσε όμως θαυμάσια να χρηματοδοτήσει δεκάδες έργα, που θα τόνωναν την ελληνική οικονομία. Ας ξαναθυμίσουμε το επιτυχημένο παράδειγμα του Güssing: Μέχρι το 1990, ήταν από τις φτωχότερες περιοχές της Αυστρίας. Επένδυσε τα ευρωπαϊκά προγράμματα σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σήμερα είναι από τις πλουσιότερες περιοχές, και πόλος έλξης επιχειρήσεων, που θέλουν να εξασφαλίσουν φθηνή ενέργεια. Επίσης η ΕΤΕπ, μπορεί να χρηματοδοτήσει την αναγέννηση των ελληνικών σιδηρόδρομων, που θα εξασφάλιζαν φθηνές μεταφορές ανθρώπων και αγαθών. Δεκάδες περιοχές τις χώρας μας ερημώνουν, από αδυναμία πρόσβασης. Αντίστοιχα ορεινά χωριά στην υπόλοιπη Ευρώπη, ανθούν ως προορισμοί χάρη στον σιδηρόδρομο.

Ένας τρίτος πυλώνας ανάπτυξης, είναι η αγροτική μας παραγωγή. Νέοι αγρότες δείχνουν ήδη τον δρόμο, με ποιοτικά βιολογικά προϊόντα, με έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό. Οι μικροί κλήροι καθιστούν αναγκαία την δημιουργία συνεταιριστικών επιχειρήσεων, που να εξασφαλίσουν τυποποίηση και επένδυση στο marketing και την ποιότητα.

Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε σελίδες με παραδείγματα ,από μία διαφορετική Ελλάδα, που είναι άμεσα εφικτή και για την οποία η σημερινή κυβέρνηση δεν κάνει κανένα βήμα. Ωστόσο αξίζει να μνημονεύσουμε δύο ακόμα προτάσεις:

Η πρώτη αφορά χιλιάδες κτίσματα σε τουριστικές περιοχές, που προσβάλουν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Μία επένδυση, που εύκολα θα εύρισκε χρηματοδότες, και θα είχε εξασφαλισμένη απόδοση, είναι η ανακατασκευή τους, ώστε να σέβονται το τοπίο και παράλληλα να έχουν ενεργειακή και υδατική αυτονομία.

Η τελευταία πρόταση αφορά την έκδοση τοπικού νομίσματος. Όπου έχει εφαρμοστεί αποτέλεσε εξαιρετικό εργαλείο στα χέρια των δήμων ή των περιφερειών για εξασφάλιση πρόσθετης ρευστότητας για προϊόντα και υπηρεσίες, στα όρια της τοπικής κοινωνίας.

Τα συμπεράσματα είναι λυπηρά: Η κυβέρνηση αποφεύγει να κυβερνήσει και απλά αναζητά χρήματα χωρίς να συγκρουστεί με το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο που οδήγησε στην κρίση. Από την άλλη είτε από άγνοια, είτε από αδυναμία, δεν υλοποιεί ούτε καν τα μέτρα μηδενικού κόστους για αναθέρμανση της οικονομίας.
Ευτυχώς για την χώρα για πρώτη φορά στην ιστορία μας, κάνει την δειλή εμφάνιση της η κοινωνία των πολιτών. Και εάν οι πολιτικοί μας θυμίζουν τους στίχους του Βάρναλη και «δειλοί μοιραίοι και άβουλοι αντάμα, προσμένουν ίσως κάποιο θαύμα»
εμείς δεν πρέπει για κανένα λόγο να τους μιμηθούμε.

Για περισσότερες πληροφορίες

https://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=244055
https://en.wikipedia.org/wiki/G%C3%BCssing#Renewable_energy