Ο που γεννηθεί στη φυλακή, τη φυλακή θυμάται, λέει μια σοφή λαϊκή ρήση και αυτό είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα του νεοέλληνα εδώ και μερικές δεκαετίες. Από αυτό ξεκινάνε όλα. Πολύ περισσότερο η πλαστή ευημερία και η τεχνητή κρίση.

Ads

Απομακρύνθηκε ο νεοέλληνας από τη φύση, από τη γη, άφησε πίσω την αυτονομία και την ελευθερία του και ανήγαγε ξαφνικά σε μέγιστο ιδανικό την εξάρτηση και την έμμισθη σκλαβιά. Τη μόνιμη ενοικίαση του εαυτού του σε έναν ιδιωτικό ή δημόσιο εκμισθωτή. Για να ζήσει δήθεν καλύτερα. Και όσο πιο μόνιμη η σκλαβωμένη σχέση του με τον εκμισθωτή τόσο πιο ασφαλής άρχισε να νιώθει. Καλύτερα σε μόνιμο κλουβί με την τροφή να πέφτει μέσα στην ταΐστρα βρέξει χιονίσει παρά ελεύθερος έξω να πρέπει να πασχίσει για να ζήσει. Η πρώτη αυτή γενιά σκλάβων είχε ανάμνηση ελευθερίας μα υπέκυψε, ξεπουλήθηκε από ανάγκη ή αδυναμία αντίστασης σε κάποιες σειρήνες.
Κι ύστερα όλοι αυτοί οι νεοσκλάβοι γεννήσανε. Τα παιδιά τους γεννηθήκανε στο κλουβάκι. Μάθανε από μικρά πως κάποιος έχει εκμισθώσει τους γονείς και έτσι μόνο έρχεται στο σπίτι η ευημερία, έτσι μόνο μπορεί να επιβιώσει ο άνθρωπος. Κι αρχίσανε να ανταγωνίζονται μεγαλώνοντας για το ποιο σκλαβάκι θα πάρει δήθεν τα πιο πολλά πτυχία – εφόδια για να μπορέσει να νοικιάσει τον εαυτό του κι αυτό πιο εύκολα και με πιο καλούς όρους, δήθεν, σε κάποιον, για να εξασφαλίσει έτσι τα προς το ζην κι αυτό. Ακόμα ακόμα κι εκείνοι που δεν είχαν δυνατότητες για να πάρουν χαρτιά και πτυχία, βρήκανε τους τρόπους να σκλαβωθούν. Με μέσον. Πήγανε οι γονείς και πιάσανε τον Βουλευτή. Σε παρακαλώ βάλε το παιδί μου κάπου. Σκλάβωσε το βλαστάρι μου. Αρκεί να πέφτει το μηνιάτικο, να ζει. Και φτιάξαμε μια κοινωνία φυλακισμένων. Με όσο πιο μόνιμο κλουβί να τους φυλακίζει τόσο πιο ασφαλείς να νιώθουνε οι ίδιοι μέσα. Και έτσι, άλλοι από τους νοικιασμένους σκλάβους είναι ευχαριστημένοι μες στο κλουβί, άλλοι μιζεριάζουνε, αλλωνών η ψυχή τους πετά και λαχταρά μια ελευθερία την οποία ενστικτωδώς ψυχανεμίζονται αλλά ποτέ δεν έχουν βιώσει κι άλλοι, οι χειρότεροι, κάθονται μέσα στο κλουβί και στον ελεύθερο χρόνο τους πουλάνε θεωρία επανάστασης, δήθεν για να τσακίσουνε τα κάγκελα που μόνοι τους μπήκανε μέσα.
Η όρνιθα που έχει γεννηθεί από κλωσσομηχανή ποτέ δεν κάθεται να κλωσσήσει. Δεν ξέρει τι σημαίνει γέννα. Αμολάει διακόσια αυγά και πεθαίνει. Πεθαίνει δίχως να ’χει μάθει να ζει. Έτσι είναι πλέον οι νέοι έλληνες. Γεννηθήκανε σκλάβοι και γεννάνε σκλάβους. Εξαρτηθήκανε και γεννάνε εξαρτώμενους. Τα παιδιά τους την ελευθερία τη μάθανε μονάχα σαν λέξη στο γυμνάσιο για να τη γράφουνε στις εκθέσεις μήπως πιάσουνε καλό βαθμό και πάρουνε περισσότερα εφόδια στη ζωή για να βρούνε πιο εύκολα κλουβί να μπούνε μέσα.
Και αφού απομακρυνθήκανε λοιπόν από τη γη, το ρίξανε (κάποιοι) στην τέχνη. Γίνανε αναγνώστες, ακροατές, θεατές των έργων τέχνης που δημιουργούν όσοι, λιγοστοί, ζούνε ακόμα ελεύθεροι, όσων η ψυχή δεν αντέχει το κλουβί. Αν δεν ήταν οι άνθρωποι σκλάβοι, δεν θα ευδοκιμούσαν οι τέχνες διότι η πιο μεγάλη τέχνη είναι στο να ζεις. Κι αν τύχει να γνωρίσουν προσωπικά έναν δημιουργό, του λένε όλοι τι τυχερός που είναι που ζει έτσι. Μα δεν είναι τύχη, είναι επιλογή. Επιλογή ελευθερίας δίχως μηνιάτικο σκλαβιάς σε μια κοινωνία που έχει θέσει τον μισθό πάνω από κάθε αξία. Πονάει ο καλλιτέχνης, φτύνει αίμα για να είναι λεύτερος κι οι άλλοι τον λένε τυχερό και ξεμπερδεύουνε με όλα. Έτσι είναι τα πράγματα. Απλά.
Και τώρα ήρθε η κρίση η τεχνητή. Διότι τα κοτόπουλα της κλωσσομηχανής γεννήσανε πλέον τα διακόσια τους αυγά το καθένα, έγινε η απόσβεση και πρέπει τώρα να σφαγιαστούν, για να πουληθεί και το κρέας. Και τα ’χει πιάσει άγχος μέσα στο κλουβί, τι θα απογίνουνε, το νιώθουνε το τέλος. Κι αρχίσανε λοιπόν να ακούγονται οι πρώτες φωνές για απόδραση πίσω στο χωριό, στο κτήμα του παππού, μα ακόμα φιλολογικά το λένε οι πιο πολλοί, ουτε το πιστεύουν, ούτε τα κότσια έχουνε για να το πράξουν. Θα ’ρθει όμως η ώρα που θα νιώσουν πως μόνο αυτό τους απομένει πια. Κι όσοι έχουνε κρατήσει κάποια επαφή με τη γη, θα ζήσουνε. Οι υπόλοιποι θα γίνουνε τα θύματα μιας σύγχρονης σφαγής δίχως γιαταγάνια.
Γιάννης Μακριδάκης