Εκ των υστέρων μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Δεκέμβρης του 2008 υπήρξε η θύελλα πριν την έλευση της κατατονικής ατμόσφαιρας των καιρών της «μνημονιακής» διακυβέρνησης.

Ads

Του Νικόλα Σεβαστάκη για την Κυριακάτικη Αυγή της 5/12/2010

Ότι συμπύκνωσε με άτακτο τρόπο σωρευμένες εντάσεις του παρελθόντος και οιωνούς οι οποίοι επαληθεύονται στο επόμενο διάστημα: κρίση ενός συστήματος διακυβέρνησης και ενός υποδείγματος κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης, αδυναμία των πολιτικών επιτελείων να επικοινωνήσουν με αθέατες κοινωνικές διεργασίες σε συνθήκες απότομης «πτώσης των προσδοκιών», χάσμα μεταξύ της δημοκρατίας των ηλικιωμένων και των νεανικών κόσμων, πολλαπλά ρήγματα μεταξύ της τάξης των θεσμών και του πεδίου των αναγκών.

Οι «ακάθαρτες» πλευρές του Δεκέμβρη, οι όψεις εκείνες που ενδεχομένως ενόχλησαν, σόκαραν και δημιούργησαν ανάμεικτα αισθήματα είναι η ίδια η αλήθεια της στιγμής που ζούμε έκτοτε. Αυτή η αλήθεια μοιράζεται τη διαρκή ταλάντωση μεταξύ δυσφορίας και αισθημάτων συλλογικής αδυναμίας, μεταξύ θυμού και ατομικών φόβων, μεταξύ των επιθυμιών για έξοδο από την περίμετρο της κρίσης και μιας κοινωνικής κόπωσης που εμποδίζει την πολιτική φαντασία να προχωρήσει.

Ads

Και είναι αναπόφευκτες οι μυθικές προβολές του Δεκέμβρη, οι φοβικές και οι αποθεωτικές, οι απαξιωτικές και οι θετικές. Όπως και η διαχείριση της μνήμης του μαζί με τις διαμάχες οικειοποίησης στους μαιάνδρους του ριζοσπαστισμού. Αλλά το ίδιο το γεγονός, όπως κάθε εξεγερσιακό βραχυκύκλωμα της ρουτίνας, είναι κάτι μοναδικό και δεν μπορεί να αναπαραχθεί in vitro στο εργαστήριο της μιας ή άλλης πολιτικής βούλησης. Ο Δεκέμβρης πάντως προειδοποίησε με τον τρόπο του για την επερχόμενη ασφυξία. Εμπεριείχε οριακές στιγμές επειδή ήταν πρελούδιο για μια εποχή δομικής ακρότητας. Αν τον σκεφτούμε πέρα από τα μεμονωμένα οπτικά και λεκτικά του σήματα, πέρα από το άθροισμα των χειρονομιών του, είναι μια μορφή μαρτυρίας, ένα ιστορικό τεκμήριο. Αυτή η μαρτυρία αφορά πολλαπλές διαστάσεις της πραγματικότητας και δεν εξαντλείται σε μια ιστορία με θυμωμένους μαθητές, αναρχικούς και αστυνομίες. Εκθέτει τα κομμάτια μιας δυναμικής που δεν έχουν βρει ακόμα ένα σημείο συγκόλλησης: σημαντικές μεταβολές στη συνθήκη των μεσαίων στρωμάτων, «προλεταριοποίηση» μεγάλων τμημάτων της διανοητικής εργασίας, άνοδο των υποκειμενισμών αυτοσυντήρησης και των τάσεων αναχωρητισμού προς εναλλακτικές επιλογές ζωής.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράδοξο πως όλα αυτά θίγουν κατεξοχήν τους χώρους της αριστεράς οι οποίοι βρίσκονται απροετοίμαστοι μπροστά στην πλέον εντατική καπιταλιστική αναδιάρθρωση όλων των υποσυστημάτων της ελληνικής ζωής.