Το δρόμους που ακολούθησε η Αργεντινή και η Βραζιλία για την ανάπτυξη, αναλύει σε άρθρο του στην Ελευθεροτυπία ο Νίκος Κοτζιάς, καθηγητής «Πολιτικών Θεωριών των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών» στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά, πρόεδρος του Ινστιτούτου Στρατηγικών και Αναπτυξιακών Μελετών (ΙΣΤΑΜΕ), και στενός συνεργάτης του Γ. Παπανδρέου.

Ads

Η πολιτική δεν διαθέτει εργαστήρια όπου θα μπορούσε να πειραματιστεί με εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να επιλέξει την ορθότερη. Αυτό που διαθέτει είναι η μέθοδος της σύγκρισης στον χώρο και στο χρόνο. Να εξάγει, δηλαδή, διδάγματα από το παρελθόν, μέσα από την επεξεργασία της ιστορικής εμπειρίας και να συγκρίνει εμπειρίες από διαφορετικές χώρες.

Είναι γνωστό, ότι η Ελλάδα μοιάζει σε αρκετά με τις χώρες μέσου επίπεδου ανάπτυξης στη Λατινική Αμερική. Ανάμεσα σε αυτές τις χώρες του Νότου, διακρίνονται δύο: η Αργεντινή και η Βραζιλία. Η πρώτη ήταν μεταπολεμικά η έβδομη πιο πλούσια χώρα στον κόσμο. Ποιος δεν θυμάται τα σπουδαία κρέατα και σιτηρά Αργεντινής που κατανάλωνε η Ελλάδα. Η δεύτερη, η Βραζιλία, κατατάσσεται σήμερα στις δέκα πιο πλούσιες χώρες του κόσμου.

Το πρώτο ερώτημα αφορά στο τι ήταν αυτό που οδήγησε την Αργεντινή από τον πλούτο στη φτώχεια, καθότι σήμερα θεωρείται παγκοσμίως ως η χώρα με τη μεγαλύτερη πιθανότητα χρεοκοπίας (50,66%, 2,2 φορές παραπάνω από την Ελλάδα της οποίας η πιθανότητα χρεοκοπίας είναι 22,83%);

Ads

Η παρακμή της Αργεντινής οφείλεται σε σπατάλες του δημόσιου τομέα. Στην αποδιάρθρωση του εκπαιδευτικού της συστήματος. Στην έλλειψη κέντρων έρευνας υψηλού επιπέδου. Πριν απ’ όλα, όμως, οφείλεται στην κυριαρχία νεοφιλελεύθερων δογμάτων στην οικονομία της, ακόμα και όταν κυβερνούσαν λαϊκίστικα κινήματα. Ολα αυτά την οδήγησαν σε βαθιά κρίση που αντιμετωπίστηκε με δανεισμό από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και μέτρα, ανάλογα με εκείνα που έλαβε πρόσφατα η Ελλάδα. Η υλοποίησή τους οδήγησε την Αργεντινή σε μακροχρόνια ύφεση.

Το δεύτερο ερώτημα είναι πού στηρίζεται η σημερινή αναπτυξιακή ικανότητα της Βραζιλίας; Η απάντηση είναι πολύ απλή: στη Βραζιλία δεν κυριάρχησαν τα νεοφιλελεύθερα δόγματα, αλλά ο κεϊνσιανισμός και μια σχολή οικονομικής σκέψης που στηρίχτηκε στις παραδόσεις των θεωριών της ανάπτυξης – υπανάπτυξης. Η Βραζιλία διαθέτει ισχυρό δημόσιο τομέα. Εξαιρετικά κέντρα ερευνών. Είναι παγκοσμίως τρίτη σε εξαγωγές αγροτικών προϊόντων (πρώτη στον κόσμο σε ζάχαρη και αιθανόλη, σε κοτόπουλα, σε βοδινό κρέας, σε καφέ, καπνό και χυμό πορτοκαλιού, δεύτερη σε σόγια). Η δημόσια βραζιλιανή εταιρεία Petrobras διαθέτει την καλύτερη τεχνολογία άντλησης αερίου και πετρελαίου σε μεγάλα βάθη θαλάσσης. Η τεχνολογία αυτή στηρίχθηκε στις εργασίες του ειδικού ινστιτούτου Coppe, που ανήκει στο δημόσιο πανεπιστήμιο του Ρίο. Την ίδια επιτυχία είχε η Βραζιλία στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών ενέργειας από βιομάζα και αγροτικά προϊόντα. Βραζιλιάνικη είναι και μία από τις καλύτερες εταιρείες κατασκευής αεροπλάνων στον κόσμο, η Embraer, που η ανάπτυξή της στηρίχθηκε στο δημόσιο Ινστιτούτο Τεχνολογίας Αεροναυπηγικής. Η Βραζιλία διαθέτει σήμερα την πιο εξειδικευμένη εταιρεία κατασκευών στον κόσμο για υδροηλεκτρικά έργα, την Odebrecht, χάρη στην ειδική μέθοδο οργάνωσης (την «ΤΕΟ») που ανέπτυξε σε συνεργασία με τις σχολές διοίκησης του Σαν Πάολο.

Θα μπορούσα να αναφέρω δεκάδες άλλα παραδείγματα. Το συμπέρασμα είναι ένα: Η έρευνα και οι πρωτότυπες εφαρμογές της, η τόλμη στην προώθηση νέων τεχνολογιών, καθώς και η αξιοποίηση του δημόσιου τομέα προκειμένου να αναπτυχθούν συγκεκριμένοι κλάδοι, αποτελούν θεμελιακά στοιχεία για την ανάπτυξη μιας χώρας.

Πολλοί πιστεύουν ότι ο «αλά Αργεντινή» δρόμος είναι μονόδρομος για την Ελλάδα. Ομως η πείρα και η σύγκριση δείχνουν ότι υπάρχουν και άλλοι δρόμοι, από τον οποίο μπορεί να μάθει η χώρα, όπως αυτός της Βραζιλίας του Λούλα.