Η κυβέρνηση έχει χαρακτηρίσει εθνική επιτυχία τη συμφωνία για το μηχανισμό οικονομικής στήριξης της Ελλάδας, με τη συνεργασία ΕΕ και ΔΝΤ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει και ο διευθυντής Ελληνικής Κοινότητας Τεχνικής Ανάλυσης (GSTA Ltd), Πάνος Παναγιώτου, στο tvxs.gr, ο οποίος έχει προβλέψει σωστά όλες τις τελευταίες εξελίξεις, ο μηχανισμός στήριξης αποτελεί «ένα μόνο κομμάτι του παζλ». Γιατί η Ελλάδα, εξηγεί στη συνέντευξη που ακολουθεί, αποτελεί πεδίο δοκιμών της παγκόσμιας οικονομίας: παρουσιάστηκε οικειοθελώς στο «casting» των μεγάλων οικονομιών, για να αναλάβει ένα ρόλο τον οποίο «κάποιος έπρεπε να παίξει». Γεγονός που αποδεικνύει και η επιμονή των περιβόητων spread σε δυσθεώρητα ύψη.

Ads

Απαντώντας σε ερωτήματα του tvxs.gr, ο κ. Παναγιώτου καταρχάς επιβεβαιώνει ότι «το ΔΝΤ δεν φημίζεται για τις ‘εμπνευσμένες’ οικονομικές συμβουλές του αλλά περισσότερο για τον άκομψο και ενίοτε σκληρό τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να εξασφαλίσει τη βελτίωση κάποιων οικονομικών μεγεθών, χωρίς να λάβει υπόψη του σημαντικές παραμέτρους».

Στη συνέχεια, εξηγεί ότι η Ελλάδα, ως «‘πελάτης’ των εμπόρων χρέους και μάλιστα πάρα πολύ καλός, έχει κάθε δικαίωμα να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της». Αυτό μπορεί να γίνει «με τη μεταφορά του λίγα χρόνια μπροστά στο χρόνο» και χωρίς να προηγηθεί κήρυξη πτώχευσης, ιδανικά «όταν τα ΜΜΕ θα μας έχουν ‘ξεχάσει’ σε ένα σημαντικό βαθμό».

Ο ίδιος κοστολογεί το «καπέλο» για την εθνική οικονομία από την κούρσα των spread σε περισσότερα από 13 δις ευρώ για το 2010, αξιώνει μία επιθετική προσέγγιση της οικονομίας για να «μειώσει τις συνέπειες της αμυντικής (που ακολουθήθηκε ως τώρα) και να προσπαθήσει να τις εξισορροπήσει, ανακουφίζοντας τους πολίτες και δίνοντας τους ουσιαστικές ελπίδες για το μέλλον», και εκφράζει την πεποίθηση ότι η Ελλάδα «πρέπει να καταφέρει να ‘αντέξει’ για τόσο διάστημα όσο χρειαστεί για να βγει από την κρίση η διεθνής οικονομία, ώστε και τα ελληνικά προβλήματα να αρχίσουν να φαίνονται μικρότερα».

Ads

Αναφορικά με την τύχη των υπόλοιπων «αδύναμων κρίκων» της Ευρωζώνης, ιδίως της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, τονίζει: «Όσο η ελληνική κρίση εξυπηρετεί τα διεθνή συμφέροντα δεν υπάρχει λόγος για την επιδείνωση της κατάστασης στις δύο αυτές χώρες. Αν η Ελλάδα δεν αποδειχτεί αρκετή, τότε επόμενος ‘στόχος’ είναι η Πορτογαλία».

Γενικότερα, κληθείς να σχολιάσει συνολικά την πορεία του υφιστάμενου οικονομικού συστήματος έως σήμερα, αναφέρει: «Δεν θα σχολιάσω αν είναι αποτελεσματικός ο δρόμος ή όχι αλλά θα αρκεστώ στο να προβλέψω ότι αυτός θα συνεχίσει να είναι ο δρόμος και γι’ αυτό είναι καλύτερα να μάθουμε να εκμεταλλευόμαστε τις αδυναμίες του συστήματος, ώστε από τη μία να προστατευόμαστε από τα αρνητικά του και από την άλλη να απολαμβάνουμε τα θετικά του στο μέγιστο δυνατό βαθμό.

Ακολουθεί πλήρης η συνέντευξη του κ. Παναγιώτου στο tvxs.gr:/>

Κρίνοντας από τη μετέπειτα πορεία των spread, αποδεικνύεται ανεπαρκής η προοπτική ενεργοποίησης του γνωστού μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας;

Ο μηχανισμός στήριξης αποτελεί ένα, μόνο, κομμάτι του παζλ που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και το πρόβλημα της Ελλάδας και από μόνος του δεν περίμενα ούτε και προβλέπω ότι θα είναι αρκετός για τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας, ειδικότερα των μακροπρόθεσμων (…) Προς το παρόν, οδηγούμαστε πιο κοντά προς την ενεργοποίηση του, μερικώς ή ολικώς.

Η πιθανότητα πτώχευσης της Ελλάδας είναι σήμερα μεγαλύτερη ή μικρότερη;

Η πιθανότητα πτώχευσης της Ελλάδας υπολογίζεται με βάση τα ελληνικά CDS, δηλαδή το κόστος ασφάλισης ελληνικού χρέους 5 ετών. Ο συγκεκριμένος υπολογισμός δεν είναι πανάκεια αλλά αντίθετα, είναι ιδιαίτερα τρωτός σε μία ουσιαστική κριτική του. Έτσι, το πρώτο πρόβλημα είναι πώς ορίζεται, αντικειμενικά, η πιθανότητα πτώχευσης μίας χώρας και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας. Αν λάβουμε υπόψη μας, όντως, τα CDS, τότε αυτή είναι ίδια πριν και μετά την ανακοίνωση των όρων της συμφωνίας Ελλάδας, ΕΕ και ΔΝΤ. Αν λάβουμε υπόψη μας άλλες, πιο ρεαλιστικές προσεγγίσεις, τότε η πιθανότητα πτώχευσης της Ελλάδας είναι, σήμερα, μικρότερη απ’ ότι πριν την επίτευξη της συμφωνίας.

Έχει αποτιμηθεί έως τώρα το οικονομικό κόστος για τη χώρα από την κούρσα των spread;

Υπολογίζεται πως το επιπλέον κόστος δανεισμού για την Ελλάδα, εξαιτίας της απογείωσης των spreads, θα είναι μεγαλύτερο από 13 δις ευρώ για το 2010.

Υπάρχει μαγικό ραβδάκι; Μια κίνηση η οποία θα μπορούσε να ρίξει άμεσα τα spread;

Η αύξηση των spreads είναι το τέλος ενός έργου το οποίο ξεκίνησε πολύ νωρίτερα και ο μόνος τρόπος για την άμεση μείωση τους, σε αυτήν τη φάση, είναι με τη μεταφορά του ρόλου του ‘κακού παιδιού’ της οικονομίας σε κάποια άλλη χώρα, πιθανότερα την Πορτογαλία, κάτι το οποίο δε νομίζω να αποτελεί δική μας επιλογή αλλά περισσότερο του έξυπνου χρήματος. Αυτή τη στιγμή τόσο οι ΗΠΑ όσο η Ευρώπη αλλά και η Ασία εξυπηρετούνται από την ελληνική κρίση, εξαιτίας των μεταβολών που αυτή βοηθά να προκληθούν στις διεθνείς νομισματικές ισοτιμίες. Θα μπορούσε να έχει επιλεγεί μία άλλη χώρα για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των μεγάλων οικονομικών αλλά η Ελλάδα, σχεδόν, σήκωσε το χέρι της προκειμένου να επιλεχθεί αυτή. Στη θέση της Ελλάδας θα μπορούσε, κάλλιστα, να ήταν η Πορτογαλία, αν μόνο κάναμε τις σωστές κινήσεις. Και θα ήμασταν εμείς, τώρα, που θα διαβάζαμε τους διεθνείς τίτλους των ειδήσεων για την πορτογαλική κρίση και η Πορτογαλία που θα εξωθούνταν στο ΔΝΤ. Το μόνο σίγουρο είναι πως υπήρχε ένας ρόλος και κάποιος έπρεπε να τον παίξει. Υποψήφιες χώρες ήταν η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία αλλά οι μόνοι που πήγαμε στο ‘κάστινγκ’ ήμασταν εμείς.

Είναι αλήθεια ότι η ελληνική κρίση ευνοεί άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης, όπως η γερμανική; H πυρκαγιά στην Ελλάδα ζεσταίνει τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όπως λίγο-πολύ έχετε αναφέρει; Και με ποιο τρόπο;

Είναι αλήθεια και αυτό συμβαίνει, κυρίως, μέσω των μεταβολών των διεθνών νομισματικών ισοτιμιών, όπως ανέφερα παραπάνω. Οι ΗΠΑ χρειάζονταν μία ανατίμηση του δολαρίου, η Ευρώπη μία υποτίμηση του ευρώ και η Ασία μία ανατίμηση των δικών της νομισμάτων. Η ελληνική κρίση ήταν ο καταλύτης για να πάρουν όλοι αυτό που επεδίωκαν.

Τι να περιμένουμε για την Ισπανία και την Πορτογαλία;

Όσο η ελληνική κρίση εξυπηρετεί τα διεθνή συμφέροντα δεν υπάρχει λόγος για την επιδείνωση της κατάστασης στις δύο αυτές χώρες. Αν η Ελλάδα δεν αποδειχτεί αρκετή τότε επόμενος ‘στόχος’ είναι η Πορτογαλία.

Θα ήταν εφικτή μία επαναδιαπραγμάτευση του χρέους; Και αυτή θα προϋπόθετε την κήρυξη πτώχευσης (στάση πληρωμών);

Μπορεί να γίνει μία προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης τμήματος του χρέους, με τη μεταφορά του λίγα χρόνια μπροστά στο χρόνο, ποντάροντας στο ότι η διεθνής οικονομία θα έχει, ήδη, αναρρώσει μέχρι τότε και το ελληνικό πρόβλημα θα έχει ξεφουσκώσει. Η επαναδιαπραγμάτευση δεν προϋποθέτει την κήρυξη πτώχευσης. Αυτό που πρέπει να συμβεί είναι να καταφέρουμε μπούμε στο μυαλό των δανειστών μας, ιδιαίτερα των ιδιωτών και να κατανοήσουμε πως το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η εξασφάλιση των συμφερόντων τους. Η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ότι και οι ΗΠΑ, δηλαδή μία ‘χρηματιστηριακή διπλωματία’. Μία ομάδα ανθρώπων που θα γνωρίζει πώς λειτουργεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα και θα μπορεί να συνεργάζεται με τις υπάρχουσες ομάδες αλλά και τις ελληνικές τράπεζες για να πιέζει για την εξασφάλιση των ελληνικών συμφερόντων. Η Ελλάδα είναι ένας ‘πελάτης’ των εμπόρων χρέους και μάλιστα πάρα πολύ καλός. Έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει επαναδιαπραγμάτευση του χρέους της αλλά αυτό πρέπει να γίνει με τρόπο χειρουργικό ούτως ώστε να μην αποτελέσει μία ακόμη αφορμή για την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού. Ίσως, μάλιστα, είναι καλύτερο να μη γίνει άμεσα αλλά λίγο αργότερα, όταν τα ΜΜΕ θα μας έχουν ‘ξεχάσει’ σε ένα σημαντικό βαθμό.

Εκτιμάτε ότι ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) χειρίζεται σωστά το ζήτημα του δανεισμού; Διότι έχει ασκηθεί κριτική και σε αυτό το επίπεδο.

Δε θέλω να σχολιάσω τις κινήσεις του ΟΔΔΗΧ αλλά πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.

Παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον η πληροφορία που περιλάβατε σε πρόσφατο άρθρο σας ότι οι 7 από τις 10 χώρες με τις μεγαλύτερες πιθανότητες πτώχευσης έχουν ήδη δεχθεί την περιβόητη βοήθεια από το ΔΝΤ, και ασφαλώς έχουν υποστεί τις επιπτώσεις από τα μέτρα λιτότητας τα οποία λαμβάνουν οι αντίστοιχες κυβερνήσεις με αποτέλεσμα τελικά να πετυχαίνουν το αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Και το κόστος δανεισμού αυτών των χωρών παρέμεινε δυσβάσταχτο.

Δυστυχώς, η πληροφορία αυτή είναι αληθής αλλά ευτυχώς η Ελλάδα είναι αρκετά διαφορετική από τις υπόλοιπες αυτές χώρες. Παρόλα αυτά, είναι γεγονός, πως το ΔΝΤ δε φημίζεται για τις ‘εμπνευσμένες’ οικονομικές συμβουλές του αλλά περισσότερο για τον άκομψο και ενίοτε σκληρό τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να εξασφαλίσει τη βελτίωση κάποιων οικονομικών μεγεθών, χωρίς να λάβει υπόψη του σημαντικές παραμέτρους. Στην Τουρκία, για παράδειγμα, το ΔΝΤ ξεκίνησε 19 project με τη χώρα και από αυτά, τελικά, ολοκληρώθηκαν, μόλις τα 2.

Είναι περιττό να αναφέρουμε ότι η ελληνική οικονομία πληροί πλέον τις προϋποθέσεις πολύχρονης ύφεσης;

Υπάρχουν δύο, βασικοί, διαφορετικοί ορισμοί της οικονομικής ‘ύφεσης’. Ο επίσημος έχει να κάνει με την πραγματική μείωση του ΑΕΠ για τουλάχιστον 2 τρίμηνα. Ο δεύτερος έχει να κάνει με την έλλειψη ουσιαστικής ανάπτυξης της οικονομίας, με τρόπο τέτοιο που να αποτυπώνεται στην ανεργία, το εισόδημα, την κατανάλωση, ακόμη και στην ψυχολογία των πολιτών. Αν λάβουμε υπόψη μας τον πρώτο ορισμό, τότε η Ελλάδα αναμένεται να παραμείνει σε ύφεση στα επόμενα εξάμηνα, καθώς τα νέα μέτρα θα προκαλέσουν συρρίκνωση του ΑΕΠ. Αν μιλάμε για το δεύτερο ορισμό και ιδιαίτερα για την ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη, τότε τόσο η Ελλάδα όσο και οι περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου, βρίσκονται σε ύφεση από τις αρχές του 2000 και προσπάθησαν να την ξεπεράσουν μέσω της αύξησης της ρευστότητας στο σύστημα, η οποία οδήγησε στον υπέρμετρο δανεισμό, τη φούσκα στην αγορά κατοικίας και τελικά στην τραπεζική κρίση, το κραχ στην αγορά κατοικίας και τη διεθνή ύφεση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ταλαιπωρία και τα προβλήματα της Ελλάδας μεγεθύνονται όσο η διεθνής οικονομίας βρίσκεται σε κρίση και αμβλύνονται όσο η διεθνής οικονομία αναρρώνει από την κρίση.

Ποιος είναι ο εναλλακτικός, ρεαλιστικός, δρόμος για την ελληνική κυβέρνηση, και κατ’ επέκταση την ελληνική οικονομία;

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως υπάρχουν δύο οικονομίες, η χρηματιστηριακή και η πραγματική και θα πρέπει η κυβέρνηση να βρει τα άτομα εκείνα που καταλαβαίνουν τη λειτουργία και των δύο και τον τρόπο αλληλοεπηρεασμού τους. Από εκεί και πέρα η Ελλάδα πρέπει να καταφέρει να ‘αντέξει’ για τόσο διάστημα όσο η διεθνής οικονομία να βγει από την κρίση ώστε και τα ελληνικά προβλήματα να αρχίσουν να φαίνονται μικρότερα. Προς το παρόν όλοι κερδίζουν από την ταλαιπωρία της Ελλάδας και όσο αυτό ισχύει θα είναι πολύ δύσκολο η κατάσταση να βελτιωθεί.

Επιπλέον, χρειάζεται έξυπνη προσέγγιση του ελληνικού προβλήματος από διαφορετικές οπτικές γωνίες και η συνεργασία τόσο στον πολιτικό, όσο και στον οικονομικό, διπλωματικό και επιχειρηματικό τομέα ώστε να περιοριστεί όσο το δυνατόν η μείωση του ΑΕΠ αλλά και να υπάρξει άμεση ανάπτυξη σε τομείς όπου έχουμε, σχετικά, καλές υποδομές. Η κρίση δεν πρέπει να χωρίσει αλλά να ενώσει την Ελλάδα και αυτό ίσως είναι το δυσκολότερο να επιτευχθεί.

Τέλος, χρειάζεται επιθετική και όχι μόνο αμυντική αντιμετώπιση του προβλήματος. Η αμυντική προσέγγιση συνεπάγεται προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης μέσω της υιοθέτησης σκληρών μέτρων και συμφωνιών για δανεισμό της χώρας και μοιραία θα οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ, αύξηση της ανεργίας και αποδυνάμωση της ελληνικής οικονομίας. Η επιθετική προσέγγιση έρχεται να μειώσει τις συνέπειες της αμυντικής και να προσπαθήσει να τις εξισορροπήσει, ανακουφίζοντας τους πολίτες και δίνοντας τους ουσιαστικές ελπίδες για το μέλλον.

Για παράδειγμα, λαμβάνοντας υπόψη ότι το 15-18% του ΑΕΠ της χώρας προέρχεται από τον τουρισμό και 1 στους 5 εργαζόμενους απασχολείται στον τουριστικό κλάδο, είναι ευνόητο ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για την ενίσχυση και την ανάπτυξη του τουρισμού άμεσα, ώστε να μη χαθεί ούτε καν το φετινό καλοκαίρι. Σχεδόν κάθε πόλη της Ελλάδας μπορεί να μετατραπεί σε τουριστική με ελάχιστο κόπο και αυτό, ίσως, το γνωρίζουμε καλύτερα όσοι μένουμε στο εξωτερικό και αντιλαμβανόμαστε ότι οι ξένοι βλέπουν τη χώρα μας σαν επίγειο παράδεισο. Αυτή τη στιγμή ο παγκόσμιος τουρισμός υποφέρει και τα χιλιάδες τουριστικά γραφεία ανά τον κόσμο διψούν για συνεργασίες και νέες προτάσεις που θα τα βοηθήσουν να βγουν από την κρίση. Μία σκέψη θα ήταν η δημιουργία ενός οργανισμού προσέγγισης τουριστών, ο οποίος θα εξέταζε άμεσα τα τουριστικά πλεονεκτήματα κάθε γωνιάς της Ελλάδας και θα ετοίμαζε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα προτάσεις για τις χιλιάδες τουριστικών γραφείων σε όλο τον κόσμο, που βρίσκονται, σήμερα, με την πλάτη στον τοίχο. Αυτά θα αναλάμβαναν να μεταφέρουν το μήνυμα στους εκατομμύρια πελάτες στους οποίους έχουν πρόσβαση.

Η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, έχει αποκτήσει τεράστια ‘δημοσιότητα’ έστω και αρνητική. Ο καλός μάνατζερ είναι αυτός που θα μετατρέψει αυτήν τη δημοσιότητα σε κέρδη για τη χώρα. Αν δε μπορούμε να το κάνουμε μόνοι μας, ας προσλάβουμε μάνατζερ από το εξωτερικό. Αμέσως επόμενο βήμα θα έπρεπε να είναι η μετατροπή της Ελλάδας σε τουριστική χώρα 12 μήνες το χρόνο. Μέσα από μία τέτοια διαδικασία θα προκύψουν οφέλη και για την ελληνική αγορά κατοικίας καθώς είναι πολύ πιθανό να αυξηθεί το ενδιαφέρον αγορών από κατοίκους άλλων χωρών, οι οποίοι θα επισκεφθούν τη χώρα μας. Επιπλέον, έστω και η μερική επιτυχία μίας τέτοιας προσπάθειας θα βελτιώσει τη διεθνή εικόνα της χώρας και θα βοηθήσει στην αύξηση της αξιοπιστίας της ως προς την επιτυχία και των υπόλοιπων μέτρων.

Έχετε να κάνετε κάποιο γενικότερο σχόλιο για τη πορεία του υφιστάμενου παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, μέσα από όλες αυτές τις εξελίξεις τα τελευταία χρόνια; Είναι αποτελεσματικός ο δρόμος και απλώς τίθεται ζήτημα σωστής διαχείρισης ή είναι συνολικότερο το ζήτημα;

Μελετώντας οικονομική και χρηματιστηριακή ιστορία διαπιστώνουμε πως οι οικονομικές κρίσεις είναι, για διάφορους λόγους, αναπόφευκτες. Δε θα σχολιάσω αν είναι αποτελεσματικός ο δρόμος ή όχι αλλά θα αρκεστώ στο να προβλέψω ότι αυτός θα συνεχίσει να είναι ο δρόμος και γι’ αυτό είναι καλύτερα να μάθουμε να εκμεταλλευόμαστε τις αδυναμίες του συστήματος ώστε από τη μία να προστατευόμαστε από τα αρνητικά του και από την άλλη να απολαμβάνουμε τα θετικά του στο μέγιστο δυνατό βαθμό, παρά να προσπαθούμε να το πολεμήσουμε με πέτρες ή να προσποιούμαστε ότι δε συμμετέχουμε σε αυτό, όταν στην πραγματικότητα είμαστε όλοι παίκτες στο ίδιο παιχνίδι.