Οι φασίστες έχουν δίκιο να εχθρεύονται την ελεύθερη διατύπωση απόψεων και ιδεών. Γνωρίζουν ότι ο περίκλειστος και μισαλλόδοξος κόσμος τους απειλείται άμεσα από το ελευθέρως εκφράζεσθαι. Αποκαλύπτει τη γύμνια τους, αποσυναρμολογεί το ολοκληρωτικό οικοδόμημα και εκθέτει σε κοινή θέα το φρικώδες της ιδεολογίας τους.

Ads

Αν η Δημοκρατία κινείται στον αντίποδα της ολοκληρωτικής λογικής, πώς εξηγείται ο δικός της φόβος απέναντι στην ελευθερία του λόγου και της άποψης; Πώς είναι δυνατόν εν πλήρει δημοκρατία να θεωρούνται ποινικά κολάσιμες ορισμένες απόψεις, να απαγορεύονται η έκδοση και η κυκλοφορία βιβλίων, να φυλακίζονται οι συγγραφείς τους και να τίθενται πολιτικά κόμματα εκτός νόμου λόγω της ιδεολογίας τους; Τι φοβάται το δημοκρατικό πολίτευμα από την κυκλοφορία έστω υβριστικών, χυδαίων, αποδομητικών ιδεών και απόψεων για την ίδια τη Δημοκρατία, για ιστορικά γεγονότα, για ιερά σύμβολα και πρόσωπα, ώστε να επιστρατεύει θεσμικώς τα ίδια όπλα που χρησιμοποιούν ολοκληρωτικά και στρατοκρατικά καθεστώτα και τα οποία εκθειάζουν οι φασίστες και οι ναζί;
 
Δυστυχώς, οι απαγορεύσεις, η φίμωση εναντίων απόψεων για ιστορικά γεγονότα και η ποινικοποίηση των ιδεών είναι γεγονός. Πού; Στην ίδια την Ευρώπη! Επί παραδείγματι, όσοι αρνούνται, σχετικοποιούν ή εκμηδενίζουν τη σημασία «εγκλημάτων γενοκτονίας» και «εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητος» ελέγχονται ποινικά. Απαγορεύεται η κυκλοφορία των βιβλίων τους και οι ίδιοι φυλακίζονται! Οπως ο Ροζέ Γκαρωντύ, ο Γάλλος φιλόσοφος, ο οποίος αμφισβήτησε την έκταση του Ολοκαυτώματος (ισχυρίστηκε ότι είναι μικρότερος ο αριθμός των θυμάτων) και όχι την ύπαρξη του στυγερού -και πρωτοφανούς στην ιστορία της ανθρωπότητος- αυτού εγκλήματος.
 
Ας το σκεφτούμε λίγο. Πρώτον, ποιος είναι αυτός που αποφασίζει οριστικά και αμετάκλητα για τα ιστορικά γεγονότα ή για το ρόλο και την προσωπικότητα προσώπων στη διαδρομή του ανθρώπινου γένους; Με ποιο δικαίωμα θεωρείται κλειστό θέμα η περαιτέρω διερεύνηση, η αναζήτηση νέων στοιχείων, ο εμπλουτισμός της ιστορικής γνώσης και, επομένως, η πιθανή αναθεώρηση πτυχών της ιστορίας; Γιατί καταδικάζεται η ιστορική έρευνα να παραμένει εσαεί παγωμένη για ορισμένα γεγονότα;
 
Και τι θα συμβεί αν αύριο ομάδες ανεπίληπτων ερευνητών καταλήξουν στο ίδιο συμπέρασμα με τον Γκαρωντύ ή διαφωνήσουν με τον ορισμό ως εγκλημάτων γενοκτονίας των σφαγών εναντίον των Αρμενίων και των Ποντίων; Με βάση το υφιστάμενο νομικό καθεστώς στη Γαλλία και στην Ευρώπη γενικότερα, θα φυλακιστούν! Και θα απαγορευτεί η έκδοση των επιστημονικών συγγραμμάτων τους…
 
Δεύτερον, γιατί δεν έχει δικαίωμα ο πάσα εις να υπάρχει υβριστής, χυδαίος και ανοηταίνων ώς και απέναντι σε ιερά και όσια, αφ’ ης στιγμής περιορίζεται στη διατύπωση απόψεων και δεν αποτυπώνει εμπράκτως -δηλαδή εγκληματικά- τη δυσανεξία, την εχθρότητα και τη μισαλλοδοξία του; Το δημοκρατικό πολίτευμα προνοεί για το επιλήψιμον και ποινικά κολάσιμον πράξεων και ενεργειών (π.χ. επιθέσεις εναντίον μεταναστών) και την εν γένει παραβατική συμπεριφορά του είδους αυτού. Προς τι, επομένως, η ποινικοποίηση απόψεων για το μεταναστευτικό, όταν ο λόγος δεν είναι προτρεπτικός για άσκηση βίας αλλά ανάπτυξη σκέψεων, για την ανάσχεση της ανέλεγκτης ροής μεταναστών;
 
Τρίτον, καιροφυλακτεί ο κίνδυνος να εφαρμοστεί και σε άλλα πεδία η θέσπιση νόμων που ποινικοποιούν την άποψη και περιστέλλουν την ελευθερία του λόγου. Ηδη συμβαίνει σε χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης: απαγορεύεται η λειτουργία Κομμουνιστικών Κομμάτων, με το επιχείρημα ότι αντιστρατεύονται την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και προάγουν εγκλήματα ταξικού και κοινωνικού μίσους!
 
Η «μεγαλοφυής» ιδέα για την ποινικοποίηση του μίσους είναι προϊόν των τελευταίων δεκαετιών. Εμπεριέχεται σε αντιρατσιστικούς νόμους και θεωρείται ίαμα για την αντιμετώπιση του ρατσιστικού ιού. Φευ! Η ποινικοποίηση αυτή δύναται να οδηγήσει σε εκτρωματικές εξελίξεις και να περιορίσει ασφυκτικά όχι μόνον την ελεύθερη διατύπωση απόψεων, αλλά και το πολιτικό, διεκδικητικό και συνδικαλιστικό πράττειν. Φέρ’ ειπείν, οιαδήποτε αιχμηρή ή ευλόγως επιθετική αναφορά εργαζομένων που χειμάζονται, εναντίον του εργοδότη, ενδέχεται να επισύρει ποινές με πρόσχημα την επιδότηση του κοινωνικού μίσους! Ουδείς σήμερα μπορεί να εγγυηθεί ότι καλών προθέσεων και αμυντικού χαρακτήρα θεσμικές εκφάνσεις δεν θα εξελιχθούν σε πρωτοφανείς, ολοκληρωτικές, ευθέως φασιστίζουσες ρυθμίσεις, που θα μετατρέψουν την κοινωνία σε κόλαση ανελευθερίας.
 
Τέλος, η εμπειρία έχει αποδείξει ότι ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός και η ανάδυση ναζιστικών φαινομένων δεν έχει καταστεί δυνατόν να αναχαιτιστούν από τη θέσπιση και εφαρμογή νόμων που απαγορεύουν ή ποινικοποιούν ιδέες και απόψεις. Κατά τούτο, το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που ετοίμασε ο κ. Ρουπακιώτης πάσχει δομικώς στο συγκεκριμένο σημείο. Οπως και οι προηγούμενες απόπειρες (Καστανίδη, Παπαϊωάννου), υιοθετεί μηχανιστικά συγκεκριμένες, ολέθριες επιλογές (π.χ. νόμος Γκεσό στη Γαλλία), οι οποίες -σε ό,τι αφορά τα καθ’ ημάς- θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια στην ενίσχυση της ναζιστικής Χρυσής Αυγής και όχι στην κοινωνική και πολιτική καθήλωσή της.
 
Εν πάση περιπτώσει, ο ολοκληρωτισμός σε όλες τις εκδοχές του δεν αντιμετωπίζεται με τον καθαγιασμό της δικής του φαιάς και αποκρουστικής λογικής.
 
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην «Ελευθεροτυπία»