ΤΑΙΠΕΔ και κυβέρνηση διαφημίζουν ότι, όσον αφορά το αντίτιμο της πώλησης, αυτό είναι «δίκαιο», καθώς ξεπέρασε οριακά το ελάχιστο όριο των 650 εκατ. ευρώ που έθετε ως «δίκαιη τιμή» το ΤΑΙΠΕΔ μέσω του ανεξάρτητου εκτιμητή που είχε το ίδιο επιλέξει και προσλάβει, και μαζί με το μέρισμα των 60 εκατ. ευρώ θα το ξεπεράσει φτάνοντας τα 712 εκατ. Της Νάντιας Βαλαβάνη

Ads

Τι αποφεύγουν να διευκρινίσουν ως προς το αντίτιμο, ακόμα και με τα δικά τους κριτήρια:

Πρώτον, το ποσό των 60 εκατ. ευρώ αφορά το μέρισμα για την οικονομική χρήση του 2012, δηλαδή με τον ΟΠΑΠ υπό δημόσιο έλεγχο, οπότε θα μπορούσε κάλλιστα να έχει ήδη -προ πώλησης- καταβληθεί στο δημόσιο ταμείο.

Δεύτερον, το γεγονός ότι ως τρόπος αποπληρωμής του τελικού αντιτίμου επιλέχθηκε η διαδικασία των δόσεων -χωρίς περαιτέρω ενημέρωση από το ΤΑΙΠΕΔ ως προς τον ακριβή αριθμό και το χρονικό τους ορίζοντα- προφανώς στοχεύει ώστε ο ίδιος ο ΟΠΑΠ μέσω των κερδών του ν’ αποπληρώσει την τιμή κτήσης του κι αποτελεί παραπέρα «εξυπηρέτηση» του σχήματος διεθνών και ελληνικών επιχειρηματικών συμφερόντων που τον απέκτησε (πιθανότατα μετά από συμβιβασμό με άλλους «διεκδικητές», προκειμένου αυτοί ν’ «αποσυρθούν» κατά την τελική φάση).

Ads

Τρίτον, η νέα προσφορά (652 εκατ. ευρώ), που αντιστοιχεί σε 6,1936 ευρώ/μετοχή, υπολείπεται από δημοσιοποιημένες εκτιμήσεις άλλων αναλυτών της «αγοράς», Ελλήνων και ξένων, που εκτιμούν ως «δίκαιη τιμή» για τον ΟΠΑΠ στις σημερινές συνθήκες από 6,80 έως 7,90 ευρώ ανά μετοχή. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι, με βάση την τιμή κλεισίματος της μετοχής του ΟΠΑΠ την Τρίτη 30 Απριλίου (7,49 ευρώ) και την τελική αποδεκτή προσφορά (6,1936 ευρώ/μετοχή), το όφελος για την Emma Delta από την αγορά κάτω από τη σημερινή -σημαντικά υποτιμημένη- χρηματιστηριακή τιμή του Οργανισμού, ξεπερνάει τα 136 εκατ. ευρώ.

Τέταρτον, στην ανακοίνωση του ΤΑΙΠΕΔ αναφέρεται ότι τα συνολικά έσοδα του Δημοσίου στη δεκαετία, από τα μερίσματα του οργανισμού, υπολογίζονται σε 360 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, από την πρόσφατη παρουσίαση του business plan της διοίκησης του Οργανισμού, εύκολα διαπιστώνει ο κάθε ενδιαφερόμενος ότι τα συνολικά έσοδα από μερίσματα για την επόμενη δεκαετία θα ξεπεράσουν τα 850 εκατ. ευρώ. Από μια προσεκτική μελέτη της συγκεκριμένης παρουσίασης και των εκτιμήσεων της Διοίκησης του ΟΠΑΠ για τα μελλοντικά οικονομικά μεγέθη, διαφαίνεται ότι στις οικονομικές χρήσεις 2013 και 2014 ο Οργανισμός έχει το χαμηλότερο επίπεδο προσδοκώμενων εσόδων και το υψηλότερο συνολικών δαπανών κεφαλαίου (επενδύσεις και χρηματοοικονομικά έξοδα). Παράλληλα οι νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες θα αρχίσουν να αποδίδουν έσοδα και κέρδη από το 2014, με την «ωρίμανσή» τους να επιτυγχάνεται τα επόμενα έτη. Άρα μόνο ως τυχαίο γεγονός δεν μπορεί να χαρακτηριστεί το χρονικό σημείο που επέλεξε η κυβέρνηση για την προώθηση της πώλησης του ΟΠΑΠ -στα σχεδιασμένα «κάτω» του, πριν ξεκινήσει η νέα, επίσης σχεδιασμένη, άνοδός του.

Πέμπτον, είναι αστεία η επίκληση ότι το Δημόσιο τώρα θα έχει περισσότερα κέρδη, επειδή θα χάσει μεν το μέρισμα, αλλά θα έχει να λαμβάνει από τη νέα αυξημένη φορολογία 30% επί των κερδών. Και τι θα εμπόδιζε δηλαδή το Δημόσιο να εισπράττει τόσο το αυξημένο ποσό φόρου όσο και το άμεσο δικαίωμα στα κέρδη μέσω του ετησίου μερίσματος του Οργανισμού;
Ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ έχει επανειλημμένως τονίσει την αναγκαιότητα διατήρησης των «χρυσοφόρων» δημοσίων επιχειρήσεων τύπου ΟΠΑΠ υπό κοινωνικό και δημόσιο έλεγχο, πριν απ’ όλα για τη χρηματοδότηση των υπό κατάρρευση ασφαλιστικών ταμείων μέσω των κερδών τους. Αντί γι’ αυτό, τώρα το «τίμημα» θα καταβάλλεται στον Ειδικό Λογαριασμό των δανειστών στην Τράπεζα της Ελλάδος εντός 10 ημερών μετά από κάθε δόση για να «εξαφανίζεται» μέσα στη «μαύρη τρύπα» ενός πανθομολογουμένως μη βιώσιμου χρέους, ενώ τα αυξημένα από το 2015 κέρδη – καθώς ο ΟΠΑΠ που ξεπουλήθηκε αποτελεί «3 εταιρείες σε 1», έχοντας η κυβέρνηση εντάξει σε αυτό επίσης τον οργανισμό Κρατικών Λαχείων και τα νέα VLTs – θα τα προσπορίζονται οι ιδιώτες ιδιοκτήτες του.

Κυβέρνηση και ΤΑΙΠΕΔ έτσι ταυτόχρονα στερούν, πριν από την ανάλογη κίνηση όσον αφορά τις ίδιες τις τράπεζες, ένα βασικό εργαλείο χρηματοδότησης ενός εθνικού προγράμματος άμεσης ανακούφισης της συντριπτικής πλειονότητας της κοινωνίας και παραγωγικής ανασυγκρότησης με δημιουργία θέσεων εργασίας μιας μελλοντικής κυβέρνησης της Αριστεράς σε μια χώρα αποδεσμευμένη από τα Μνημόνια. Όπως έχει προειδοποιήσει πολλές φορές ο ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ, αυτό δεν θα γίνει αποδεκτό και ανεκτό.

*Πηγή: Η Αυγή