Υπό τον τίτλο «Η λιτότητα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναδιάταξη», η International Herald Tribune δημοσιεύει εκτενές ρεπορτάζ με υπογραφή της Joanna Kakissis από την Αθήνα το οποίο σημειώνει στον υπότιτλο του ότι, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία του κόσμου στην Ελλάδα δεν εμπιστεύεται τα μεγάλα πολιτικά κόμματα μετά τα σκάνδαλα.

Ads

Το ρεπορτάζ αναφέρεται στις πολιτικές οικογένειες (Παπανδρέου, Καραμανλή, Μητσοτάκη) που δεσπόζουν στον ελληνικό πολιτικό βίο και, εστιάζοντας στη δυσπιστία της Κοινής γνώμης για την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια των πολιτικών, επισημαίνει ότι η ευόδωση της προσπάθειας για δημοσιονομική εξυγίανση από την παρούσα κυβέρνηση θα είναι καθοριστική όχι μόνο για το μέλλον της χώρας, αλλά και για τη διαμόρφωση του πολιτικού τοπίου.

Στο πλαίσιο αυτό σημειώνει ότι «η Ντόρα Μπακογιάννη μετά την απόφασή της να ψηφίσει τον περασμένο μήνα υπέρ των κυβερνητικών μέτρων λιτότητας σκέφτεται τώρα να δημιουργήσει ένα νέο πολιτικό κόμμα, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι η καταγωγή και τα χρόνια της έκθεσής της στην πολιτική μπορεί να την βλάψουν, σε μία περίοδο που οι Έλληνες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στους πολιτικούς θεσμούς».

Πιστέψτε με, δεν υπάρχει DNA που να μπορεί να διασώσει οποιονδήποτε πολιτικό. Στο τέλος της ημέρας ο καθένας κρίνεται μόνος του, υποστηρίζει η ίδια.

Ads

«Αρκετοί Έλληνες, ανησυχώντας για το μέλλον της χώρας, στήριξαν επιφυλακτικά τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου, γόνου της οικογένειας με την μεγαλύτερη πολιτική επιρροή στην Ελλάδα», σημειώνει το δημοσίευμα που επισημαίνει ότι «πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι οι Έλληνες πιστεύουν παράλληλα ότι η διαφθορά που εξέθρεψαν οι πολιτικοί έχει οδηγήσει τη χώρα σε οικονομική καταστροφή».

Ως αποτέλεσμα, αμφισβητούν τα πιο γνωστά πολιτικά ονόματα, σημειώνει ο Κώστας Υφαντής, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο οποίος προσθέτει ότι οι πολιτικές οικογένειες της χώρας αποτελούν εύκολο στόχο. Αντιπροσωπεύουν το κράτος, το οποίο υπήρξε επί μακρόν ιδιαίτερα κυρίαρχο στην Ελλάδα και για το οποίο οι Έλληνες έχουν μεγαλώσει με την αντίληψη ότι ευθύνεται για όλα.

Το ρεπορτάζ επισημαίνει εν συνεχεία ότι τρία είναι τα πολιτικά ονόματα που κυριαρχούν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας για περίπου μισό αιώνα αναφέροντας ότι η οικογένεια Παπανδρέου έχει δώσει τρεις γενιές πρωθυπουργών τον Γεώργιο, τον Ανδρέα ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ και τελευταίο τον νυν πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου. Περαιτέρω, ο πρώην πρωθυπουργός ήταν ανιψιός του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή, ενώ η Ντόρα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι τα παιδιά του πρώην πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Αυτές οι προσωπικότητες -και ειδικότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κων/νος Καραμανλής- συνέβαλαν στην ανάπτυξη της Ελλάδας κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στον ίδιο βαθμό που την παρεμπόδισαν, σημειώνει ο πολιτικός επιστήμονας, Δημήτρης Σωτηρόπουλος.

Όπως εξηγεί, «οι κυβερνήσεις αυτές βοήθησαν στην αναδόμηση μίας τραυματισμένης χώρας, δημιουργώντας όμως ταυτόχρονα ένα άκαμπτο σύστημα για την εξυπηρέτηση μόνο των ημετέρων και των ψηφοφόρων τους.

Για παράδειγμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου μετασχημάτισε το πολιτικό τοπίο της Ελλάδας τη δεκαετία του 1980 εισάγοντας κοινωνικές παροχές για τους φτωχούς, αρκετές όμως είναι οι επικρίσεις για δισεκατομμύρια από δάνεια της ΕΟΚ που κατασπαταλήθηκαν σε ένα διογκωμένο και αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα και σε πολιτικές χάρες».

Η Ελλάδα άρχιζε να δανείζεται για να αντεπεξέλθει και η κατάληξη της ιστορίας αυτής είναι σήμερα γνωστή, επισημαίνει ο κ. Σωτηρόπουλος.

«Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των ετών, κάθε μία από τις πολιτικές αυτές οικογένειες υποσχέθηκε να δώσει τέλος στη διαφθορά» συνεχίζει το ρεπορτάζ κάνοντας μνεία στον πρώην πρωθυπουργό, Κώστα Καραμανλή ο οποίος ανέλαβε την εξουσία το 2004 «με την υπόσχεση να δημιουργήσει μία διαφανή, αποτελεσματική και καθαρή κυβέρνηση και πέντε χρόνια αργότερα αποχώρησε από την πολιτική ταπεινωμένος όταν το βουτηγμένο στα σκάνδαλα κόμμα του έχασε από το Γιώργο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ που εξίσου υποσχέθηκαν να ανακόψουν τη διαφθορά».

Οι Έλληνες πράγματι ταυτίστηκαν με τον Καραμανλή κι όταν αυτός τους απογοήτευσε αναζήτησαν κάποιο άλλο πρόσωπο και εκεί βρέθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου, σημειώνει ο δ/ντής της Καθημερινής, Αλέξης Παπαχελάς. Δεν υπήρχε κανένας άλλος.

Το ρεπορτάζ κάνει εν συνεχεία μνεία σε αποτελέσματα πρόσφατων δημοσκοπήσεων που αποτυπώνουν τη δυσπιστία της Κοινής γνώμης απέναντι στα δύο μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα, η οποία σύμφωνα με τους δημοσκόπους είναι «ευρεία» στους Έλληνες πολίτες.

Το γεγονός αυτό δείχνει πόσο «εύθραυστη» είναι αυτή τη στιγμή η εμπιστοσύνη στους πολιτικούς, σημειώνει ο Γιάννης Τσαμουργκέλης, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και ενεργό μέλος του ΠΑΣΟΚ.

Εάν η κυβέρνηση εμπλακεί σε ένα σκάνδαλο –έστω κι ένα- φοβάμαι ότι οι πολιτικοί δεν θα μπορούν να κυκλοφορήσουν στο δρόμο, αναφέρει ο ίδιος καθώς όπως εξηγεί ο κόσμος δεν μπορεί να αντέξει άλλο τη διαφθορά ή την αθέτηση υποσχέσεων. Ζητά απεγνωσμένα να δει αποτελέσματα κι εάν κάποιος δεν μπορεί να τα παράξει το όνομα και το ανάστημά του δεν έχουν καμία σημασία.

Επανερχόμενο στα μέτρα λιτότητας το δημοσίευμα επισημαίνει ότι η κα Μπακογιάννη, παρ’ όλο που δεν στηρίζει τις πολιτικές του κ. Παπανδρέου ψήφισε στις 6 Μαΐου υπέρ των μέτρων αυτών διότι πίστευε ότι ήταν ο καλύτερος δρόμος για να αποφευχθεί η χρεοκοπία για την Ελλάδα. Η απόφαση αυτή την οδήγησε από τον Αντώνη Σαμαρά εκτός του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας.

Πρόκειται για τα αυστηρότερα μέτρα που γνώρισε ποτέ η χώρα τα οποία περιλαμβάνουν και δραστικές περικοπές στις δαπάνες του δημοσίου τομέα, σημειώνει μεταξύ άλλων το ρεπορτάζ, τονίζοντας ότι οι Έλληνες θα αισθανθούν από το φθινόπωρο τη δριμύτητα των μέτρων αυτών. Ίσως υπάρξει κοινωνική αναταραχή αναφέρει ο κ. Τσαμουργκέλης.

Ο κόσμος θα θελήσει κάποιον που θα μπορέσει να του δώσει μία ξεκάθαρη προοπτική και θα του εξηγήσει γιατί συμβαίνουν όλ’ αυτά και για ποιό λόγο πρέπει να πληρώσει το κόστος.

«Εάν αποτύχει σε αυτό η κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου, η κα Μπακογιάννη ελπίζει να προσφέρει μία εναλλακτική». Όπως λέει η κα Μπακογιάννη «εάν τελικά δημιουργήσει ένα νέο κόμμα, κάτι που θα μπορούσε να γίνει μετά τις τοπικές εκλογές του φθινοπώρου, θέλει να απευθυνθεί στους Έλληνες κεντρώους που ιστορικά αισθάνονται ως “ξένοι” στην ελληνική πολιτική», όπως δηλώνει ότι αισθάνεται και ίδια, παρά την ιστορία της οικογένειάς της -σημειώνει το δημοσίευμα, κάνοντας μνεία στην είσοδο της κας Μπακογιάννη και την μέχρι στιγμής πορεία της στην πολιτική.

Μεταξύ άλλων σημειώνεται ότι πολιτικοί αναλυτές βλέποντας την τεράστια δημοτικότητά της πριν ορισμένα χρόνια προέβλεπαν ότι θα μπορούσε να είναι η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της χώρας.

«Εν τούτοις, καθώς η Ελλάδα εισέρχεται σε αχαρτογράφητα πολιτικά ύδατα, το πολιτικό της πεπρωμένο όπως κι εκείνο άλλων γόνων γνωστών πολιτικών οικογενειών, είναι αβέβαιο», εκτιμούν οι ειδικοί.

Το ερώτημα σήμερα είναι: θα είμαστε εμείς οι πολιτικοί που αποτελούμε προϊόν ενός παλαιού τρόπου σκέψης σε θέση να λάβουμε σωστά το μήνυμα και να αλλάξουμε τους εαυτούς μας; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα που μας απασχολεί όλους, ανέφερε η κα Μπακογιάννη –καταλήγει το δημοσίευμα.