H Ντίνα Δασκαλοπούλου  έγραψε στον λογαριασμό της στο facebook ότι είχε χρόνια να σοκαριστεί σε ρεπορτάζ. Ανέβηκε στην Χαλκιδική με στόχο ρεπορτάζ για τις γυναίκες της περιοχής, στο μεταξύ μεσολάβησαν συλλήψεις κακοποιήσεις, στρεβλώσεις, διαδηλώσεις… Μόλις χθες δεκαπεντάχρονη μαθήτρια της Α΄ Τάξης του Λυκείου Ιερισσού, κλήθηκε στην Αστυνομική Δ/νση Χαλκιδικής στον Πολύγυρο. «Η τελευταία αυτή προσαγωγή, ξεπερνά κάθε όριο λογικής, ακόμη και στα πλαίσια της έρευνας για τον εντοπισμό των δραστών του εμπρησμού στις Σκουριές» γράφουν σε ανακοίνωση τους οι κάτοικοι ενώ μέσω μιας άλλης ανακοίνωσης καλούν τους δημοσιογράφους να τηρήσουν τους στοιχειώδεις κανόνες δεοντολογίας. «Το κράτος δικαίου καταλύεται καθημερινά στα χωριά μας και οι δημοσιογράφοι κάνουν πως δεν το βλέπουν» γράφουν. Όχι όλοι ευτυχώς. Την ώρα που η ερευνητική δημοσιογραφία τείνει να γίνει είδος προς εξαφάνιση κάποιοι δημοσιογράφοι με την πένα τους ξανακερδίζουν την χαμένη τιμή της ελληνικής δημοσιογραφίας. Συνέντευξη: Φωτεινή Λαμπρίδη

Ads

 
Σκουριές 2013. Αν σταθεί κανείς στα γεγονότα της Χαλκιδικής μπορεί να πάρει μια σχετικά σαφή εικόνα για την Ελλάδα του 2013;

 
«Η περίπτωση της Χαλκιδικής συμπυκνώνει το ελληνικό πρόβλημα σε όλες του τις διαστάσεις. Καταρχήν πρόκειται για μια σκανδαλώδη μεταβίβαση δημόσιας περιουσίας έναντι πινακίου φακής – και δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι από όσους υπερασπίζονται την επένδυση έχουν εμπλοκή σε παλαιότερα σκάνδαλα.  Η «επένδυση» έγινε με αδιαφανείς διαδικασίες, πιο εξπρές κι από έναν εσπρέσο, χωρίς ουσιαστική διαβούλευση ούτε στην τοπική κοινωνία ούτε στη Βουλή.

Στην ουσία μια ολόκληρη περιοχή μοναδικού φυσικού κάλους, με απεριόριστες δυνατότητες ήπιας, φιλικής προς το περιβάλλον ανάπτυξης παραδόθηκε σε μια πολυεθνική κι έναν αδηφάγο επιχειρηματία. Όταν οι κάτοικοι εναντιώθηκαν σε αυτό, επιστρατεύτηκε εναντίον τους η αστυνομία, με πρωτοφανή αγριότητα και κινούμενη εντελώς έκνομα κι αντισυνταγματικά, όπως λένε οι δικηγόροι. Σε αυτόν τον πόλεμο  μια επιχείρησης εναντίον μιας κοινωνίας, επιστρατεύτηκαν και τα ΜΜΕ ως προπαγανδιστικός μηχανισμός. Αν λοιπόν μελετήσουμε την υπόθεση των Σκουριών, έχουμε μπροστά μας ένα key study για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία».
 
Έγραψες πως είχες πολλά χρόνια να σοκαριστείς κατά τη διαδικασία του ρεπορτάζ. Τι ήταν αυτό που σου προκάλεσε σοκ;
 
«Το προηγούμενο Σάββατο είχα πια συμπληρώσει μια εβδομάδα παραμονής στην Ιερισσό. Είχα περάσει άπειρες ώρες έξω από το αστυνομικό τμήμα του Πολύγυρου. Είχα κάνει συνεντεύξεις με προσαχθέντες κι είχα καταγράψει ιστορίες αστυνομικής φρίκης: άνθρωποι που οδηγούνταν στο τμήμα για μια κατάθεση κι εξαφανίζονταν για ώρες χωρίς ούτε οι δικηγόροι ούτε οι συγγενείς τους να γνωρίζουν το παραμικρό. Είχα μιλήσει με γυναίκες, με άντρες, με παπάδες, με δασκάλους, με αγρότες, με επιχειρηματίες. Τότε αποφάσισα να μιλήσω και με τα παιδιά: είχαν ήδη προσαχθεί 2 φοιτητές κι ένας μαθητής. Μίλησα με πάρα πολλά παιδιά, με τους δασκάλους, τους γονείς και τους καθηγητές τους, με τους προσαχθέντες και τους φίλους τους. Ένα από αυτά μου διηγήθηκε τον βασανισμό του στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης. Εκτός από αυτό το αγόρι που έφαγε άγριο ξύλο, τα παιδιά της Χαλκιδικής κακοποιούνται συστηματικά: βία είναι να μην ξέρεις που βρίσκεται ο γονιός σου για ώρες, βία είναι να παρακολουθείται το σπίτι σου από ασφαλίτες, βία είναι να φοβάσαι να μείνεις μόνος σου στο σπίτι το βράδυ ή να κυκλοφορήσεις στο δρόμο».
 
Πως τα αντιμετωπίζει όλα αυτά η τοπική κοινωνία;
 
«Με αγωνιστικότητα, θάρρος, αξιοπρέπεια, συλλογικότητα, αλληλεγγύη. Όταν οι γυναίκες βρίσκονται σε καθιστική διαμαρτυρία, κάποιες συντρόφισσές τους μαγειρεύουν για όλο το χωριό. Όταν κάποιος μαθητής προσάγεται, αμέσως κλείνει το σχολείο κι όλα τα παιδιά βρίσκονται έξω από το αστυνομικό τμήμα. Μόλις γίνει μια προσαγωγή οι καμπάνες του χωριού χτυπάνε: κάποιοι πάνε για συμπαράσταση στον Πολύγυρο κι όλο το υπόλοιπο χωριό περιμένει για ώρες μέχρι να γυρίσουν πίσω. Τότε οι καμπάνες χτυπάνε χαρμόσυνα. Είναι άνθρωποι που μέχρι χτες ζούσαν αμέριμνοι στα φιλήσυχα χωριά τους και βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα, κλήθηκαν να δώσουν μια πολυεπίπεδη μάχη και την δίνουν μέχρι τέλους».
 
Τι αισιόδοξο και τι απαισιόδοξο αποκαλύπτουν οι Σκουριές;
 
«Όταν το σύνταγμα και τα ανθρώπινα δικαιώματα γίνονται κουρελόχαρτο, όταν το κράτος δικαίου καταλύεται, όταν μια περιοχή και οι κάτοικοί της παραδίδονται βορρά στις πολυεθνικές και τους επιχειρηματίες, τι μπορεί να σε κάνει αισιόδοξο; Η αντίσταση των κατοίκων, η αλληλεγγύη και η αποφασιστικότητά τους να κερδίσουν. Όχι μόνο για τους ίδιους και τον τόπο τους, αλλά για τη δημοκρατία και τη χώρα ολόκληρη».
 
Πως αντιμετώπισαν οι κάτοικοι τη διαδήλωση – υπερπαραγωγή υπέρ των μεταλλείων;
 
«Με γέλια για τα όσα έβλεπαν με lıve streamıng  και οργή για όσα αναμετέδιδαν οι τηλεοράσεις. Και με πολύ μεγάλο προβληματισμό για το πώς θα σπάσουν την ομερτά των Μέσων που επιβάλλουν σιωπή ή κραυγάζουν κατά πως τα βολεύει. Όπως έγραψαν και σε επιστολή που απέστειλαν τόσο στις δημοσιογραφικές ενώσεις, όσο και στο Μέγκα, για τον τρόπο που ο σταθμός κάλυψε το συλλαλητήριο – φιέστα, «είναι προφανές πως στη Χαλκιδική, εκτός από το κράτος δικαίου, παρα-βιάζεται και η αλήθεια. Τα ΜΜΕ της διαπλοκής λειτουργούν ως προπαγανδιστικός μηχανισμός που πνίγει τη φωνή μας, όταν δεν την αλλοιώνει ή δεν την εξαφανίζει εντελώς».
 
Είναι εφικτό την ώρα που δεσμεύεται ο πρωθυπουργός στους επενδυτές, να ακυρώσει μια μικρή ομάδα ανθρώπων στην πράξη τη δέσμευσή  του; Είναι εφικτό να χάσει τελικά η Eldorado και ο Μπόμπολας;
 
«Μπορούν τα κινήματα να κερδίσουν; Μπορούν όσοι υπερασπίζονται τ η δημοκρατία, το Σύνταγμα, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα να κερδίσουν; Μοιάζει σαν κάποιος να έχει καταραστεί αυτή τη χώρα και κάθε της γενιά να καλείται να υπερασπιστεί τα αυτονόητα. Αλίμονο αν προσερχόμαστε σε αυτή τη μάχη σκεπτόμενοι αν θα κερδίσουμε ή θα χάσουμε. Τώρα αγωνιζόμαστε».
 
Δημοσιογραφία στα χρόνια του μνημονίου με λίγες λέξεις…
 
«Απαξιωμένη, εξευτελισμένη, κακοπληρωμένη ή  απλήρωτη για τους πολλούς, σε εντεταλμένη υπηρεσία πολλές φορές. Κι από την άλλη, έξω από το σύστημα της διαπλοκής των ΜΜΕ, ένας γενναίος νέος κόσμος: συνεταιριστικές εφημερίδες και περιοδικά, ενημερωτικά σάιτ».
 
Αυτή η άλλη φωνή φτάνει τελικά στον πολύ κόσμο ή περιορίζεται σε ένα ούτως  ή άλλως υποψιασμένο κοινό;
 
«Τα ΜΜΕ αυτού του είδους που δεν υποστηρίζονται ούτε από ακριβοπληρωμένες διαφημίσεις ούτε από τους τηλεοπτικούς σταθμούς (όταν δεν υπονομεύονται ευθέως όπως συνέβη στην περίπτωση της Εφημερίδας των Συντακτών με τα ψευδή ανυπόγραφα «ρεπορτάζ» της εφημερίδας του Μπόμπολα) είναι δύσκολο να φτάσουν σε πολύ μεγάλα κοινά. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι πολίτες πια δεν εμπιστεύονται τους δημοσιογράφους σε ποσοστό που αγγίζει το 98%, αλλά η ανάγκη για ενημέρωση παραμένει, αναζητούν πια εναλλακτικούς διαύλους. Το δικό μας εγχείρημα, μιας αυτοχρηματοδοτούμενης καθημερινής εφημερίδας, που χτες έγινε 4 μηνών, μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους».
 
Στις μέρες των στρεβλώσεων, των χαλκεύσεων και της αποσιώπησης των σκανδάλων πως μπορεί να σωθεί η αξιοπρέπεια της δημοσιογραφίας;
 
«Προχτές στην Αλεξανδρούπολη, στο πανθρακικό συλλαλητήριο εναντίον της εξόρυξης χρυσού, ένα από τα κεντρικά πανό έξω από το δημαρχείο της πόλης έλεγε: «οι χρυσοθήρες εξαγοράζουν πολιτικούς και δημοσιογράφους για να μας πείσουν για το παράλογο. Ντροπή, να τους διώξουμε».  Ή θα είμαστε δίπλα στους  πολίτες, σαν δοκιμαζόμενοι πολίτες κι εμείς, ή απέναντι. Ο καθένας ας διαλέξει πλευρά».